Για τα περισσότερα θρεπτικά στοιχεία ο διασκορπισμός τους στο έδαφος, κάτω από την κόμη των δένδρων είναι ο πιο διαδεδομένος και χρησιμοποιούμενος τρόπος εφαρμογής τους.
Εφαρμογή λιπάσματος δια του εδάφους
Ωστόσο, συνήθως, εφαρμόζονται μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος, χωρίς όμως να μπορούν να αξιοποιηθούν πάντα αποτελεσματικά από τα φυτά, με συνέπεια να επιβαρύνουν το περιβάλλον και οικονομικά τον παραγωγό, και να δημιουργούν διαταραχές στην πρόσληψη άλλων θρεπτικών στοιχείων. Για παράδειγμα, παρατηρούνται απώλειες θρεπτικών στοιχείων λόγω έκπλυσης των θρεπτικών στοιχείων με το νερό της βροχής και της άρδευσης (π.χ. νιτρικό άζωτο), εξαέρωσης (π.χ. αμμωνία), δέσμευσης από το έδαφος (π.χ. φώσφορος, σίδηρος), απορρόφησής τους από ζιζάνια κτλ. Ο διασκορπισμός των λιπασμάτων γίνεται είτε με λιπασματοδιανομέα είτε με το χέρι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτείται η κάλυψη των λιπασμάτων με σκαπτικά μηχανήματα για προστασία από απώλειες (π.χ. αμμωνιακά) αλλά και για μετακίνηση των λιπασμάτων πιο κοντά στο ριζικό σύστημα των δένδρων. Στη συνέχεια, τα λιπάσματα πρέπει να διαλυθούν είτε με το νερό της βροχής είτε με το νερό της άρδευσης.
Η εφαρμογή των ιχνοστοιχείων στο έδαφος, καθώς απαιτούνται σε μικρότερες ποσότητες, μπορεί να παρουσιάσει δυσκολίες. Το μαγγάνιο, ο ψευδάργυρος και ο χαλκός σε εδάφη βαριάς μηχανικής σύστασης, αλκαλικά ή πολύ όξινα, δεσμεύονται από το έδαφος και η πρόσληψη τους από τα δένδρα είναι δύσκολη έως αδύνατη. Αντίθετα, το βόριο και ο σίδηρος μπορούν να εφαρμοστούν στο έδαφος. Ο σίδηρος κυρίως με τη χηλική μορφή και λιγότερο με την ανόργανη, χρησιμοποιείται κυρίως στο έδαφος, με τη σύγχρονη χρήση αρκετής ποσότητας νερού και καλυπτόμενος με χώμα για την προστασία του από την οξειδωτική δράση του οξυγόνου του αέρα. Επίσης, το βόριο χρησιμοποιείται στο έδαφος διασκορπιζόμενο και χωρίς την ανάγκη κάλυψής του ή ενσωμάτωσής του.
Υδρολίπανση
Η υδρολίπανση περιλαμβάνει την ταυτόχρονη εφαρμογή των θρεπτικών στοιχείων με το νερό της άρδευσης και αποτελεί την τελευταία λέξη στην τεχνολογία άρδευσης – λίπανσης. Παρέχει τη δυνατότητα για καλύτερο συγχρονισμό μεταξύ της παροχής θρεπτικών στοιχείων και των απαιτήσεων της καλλιέργειας σε θρεπτικά στοιχεία. Τα λιπάσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην υδρολίπανση είναι εκείνα που διαλύονται εύκολα στο νερό και εκείνα που είναι σε υγρή μορφή. Η εφαρμογή λιπασμάτων μέσω δικτύων άρδευσης με μικρές παροχές (σταγόνες ή μικροεκτοξευτήρες) εφαρμόζεται στη δενδροκομία και στη χώρα μας, με την προϋπόθεση ότι γίνονται αρδεύσεις κατά την περίοδο που πρέπει να χορηγηθούν τα θρεπτικά στοιχεία. Εφαρμόζονται μικρότερες ποσότητες λιπασμάτων, καθώς έχει διαπιστωθεί πολύ μεγάλη αξιοποίηση θρεπτικών στοιχείων (80-90%).
Τα θρεπτικά στοιχεία παρέχονται σε μορφές άμεσα διαθέσιμες για τα φυτά. Παροχή του αζώτου με υδρολίπανση, το οποίο μπορεί να εκπλυθεί από το έδαφος του οπωρώνα και συνήθως εφαρμόζεται στις μεγαλύτερες ποσότητες από όλα τα στοιχεία, εξασφαλίζει καλή παραγωγή μήλων με μικρότερες ποσότητες λιπάσματος. Ο χρόνος εφαρμογής της υδρολίπανσης μπορεί να συνδυαστεί με τις περιόδους με τις μεγαλύτερες απαιτήσεις του δένδρου σε συγκεκριμένα θρεπτικά στοιχεία. Η ελάχιστη απορρόφηση του αζώτου που εφαρμόζεται στο έδαφος στην καλλιέργεια της μηλιάς παρατηρείται μέχρι να αρχίσει η ταχεία βλαστική ανάπτυξη. Συνεπώς, η συνηθισμένη εφαρμογή των λιπασμάτων αζώτου κατά την περίοδο του λήθαργου των δένδρων δεν είναι αποτελεσματική. Καθυστερώντας τις εφαρμογές αζώτου μέχρι μετά την άνθιση, όταν οι απαιτήσεις των δένδρων της μηλιάς είναι υψηλές λόγω της ταυτόχρονης ανάπτυξης βλαστών, ριζών και καρπών, γίνεται καλύτερη εκμετάλλευση του στοιχείου σε οπωρώνες μηλιάς που υδρολιπαίνονται, καθώς το άζωτο εφαρμόζεται άμεσα στις ρίζες του δένδρου με το νερό της άρδευσης.
Από πειράματα, βρέθηκε ότι εφαρμογές των αζωτούχων λιπασμάτων νωρίς τη βλαστική περίοδο ήταν λιγότερο αποτελεσματικές από ότι οι εφαρμογές αργότερα μέσα στη βλαστική περίοδο. Από τα αζωτούχα λιπάσματα, το νιτρικό κάλιο δε δημιουργεί προβλήματα κατά τη υδρολίπανση. Το θειικό κάλιο, σπάνια χρησιμοποιείται γιατί έχει περιορισμένη διαλυτότητα, και με το νιτρικό ασβέστιο σχηματίζουν αδιάλυτο θειικό ασβέστιο. Η χρήση της ουρίας και της νιτρικής αμμωνίας κατά την αζωτούχο υδρολίπανση συνήθως δε δημιουργεί προβλήματα. Όταν όμως χρησιμοποιείται νιτρικό ασβέστιο, απαιτείται μεγάλη προσοχή σε αναμείξεις.
Η ουρία και το νιτρικό άζωτο κινούνται πιο βαθιά στο έδαφος από ότι το αμμωνιακό άζωτο του οποίου οι ποσότητες που μένουν κάτω από το σταλάκτη αρχίζουν να νιτροποιούνται μετά το πέρας της άρδευσης, παρέχοντας έτσι σταδιακά το άζωτο στην καλλιέργεια. Η υδρολίπανση μπορεί να βελτιώσει και την απορρόφηση από το δένδρο θρεπτικών στοιχείων όπως είναι ο φώσφορος, η διαθεσιμότητα του οποίου μειώνεται στο έδαφος λόγω κατακρήμνισης και χημικών ανταλλαγών που μειώνουν τη διαλυτότητα του. Σε πειράματα σε δένδρα μηλιάς, παρατηρήθηκε ότι μία μόνο εφαρμογή του φωσφόρου με υδρολίπανση αύξησε τη διαθεσιμότητα του για 2-3 μήνες. Ωστόσο, προσοχή χρειάζεται στην ποιότητα του νερού. Αν σε αυτό περιέχονται μεγάλες ποσότητες ασβεστίου ή μαγνησίου, σχηματίζονται δυσδιάλυτα ιζήματα, τα οποία προκαλούν εμφράξεις. Από τα φωσφορικά σκευάσματα, ο οργανικός φώσφορος εφαρμόζεται επιτυχώς με υδρολίπανση, καθώς κινείται σε πιο μεγάλο βάθος (15 εκ.) χωρίς να δεσμευθεί. Καλά αποτελέσματα, επίσης, δίνουν τα διάφορα σκευάσματα ΝPΚ (αζώτου, φωσφόρου, καλίου) που κυκλοφορούν στο εμπόριο, με τεχνικά χαρακτηριστικά που επιτρέπουν τη βαθύτερη διείσδυση του φωσφόρου.
Το θειικό μαγνήσιο ως πηγή μαγνησίου δημιουργεί προβλήματα όταν αναμιγνύεται με νιτρικό ασβέστιο. Τα νιτρικά άλατα του μαγνησίου είναι πιο κατάλληλα για υδρολίπανση καθώς έχουν υψηλή διαλυτότητα. δεν είναι όμως μόνο τα μακροστοιχεία, τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά με την υδρολίπανση αλλά και τα ιχνοστοιχεία.
Συνήθως χρησιμοποιούνται χηλικές ενώσεις σιδήρου, ψευδαργύρου, μαγγανίου και χαλκού και έτσι αποφεύγεται η δημιουργία ιζήματος. Τα θειικά και χλωριούχα άλατα των στοιχείων αυτών έχουν διαφορετική διαλυτότητα, επαρκή όμως, ώστε η χρήση τους να μη δημιουργεί προβλήματα.
Το βόριο, του οποίου τα συμπτώματα τροφοπενίας είναι συνηθισμένα στη μηλιά, μπορεί να χορηγηθεί και με το νερό της άρδευσης. Σε πειράματα σε οπωρώνες μηλιάς, διαπιστώθηκες ότι η εφαρμογή του βορίου με την υδρολίπανση ήταν εξίσου αποτελεσματική με τους διαφυλλικούς ψεκασμούς βορίου. Αντίθετα, χορήγηση του ασβεστίου στα δένδρα με υδρολίπανση δεν αυξάνει τη συγκέντρωσή του τους καρπούς της μηλιάς ικανοποιητικά. Ως μέθοδος λίπανσης μπορεί να δημιουργήσει κάποια προβλήματα.
Προσοχή χρειάζεται στην ποιότητα του νερού άρδευσης, καθώς όταν περιέχει ορισμένα άλατα σε υψηλές συγκεντρώσεις αυτά μπορεί να σχηματίσουν με τα χορηγούμενα θρεπτικά στοιχεία αδιάλυτες ενώσεις. Για τον ίδιο λόγο χρειάζεται μέριμνα και όταν αναμιγνύονται διάφορα σκευάσματα θρέψης. Επιπλέον, μπορεί να παρατηρηθεί υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους στον όγκο του που δέχεται τα θρεπτικά στοιχεία της υδρολίπανσης. Θα πρέπει να αποφευχθεί η αύξηση της αλατότητας του εδάφους από την υπερλίπανση και η μείωση του pH (π.χ. αποφεύγουμε τη χρήση αμμωνιακών λιπασμάτων καθώς προκαλούν οξίνιση του εδάφους). Ενδεικτικά εξειδικευμένα σκευάσματα λιπασμάτων που συστήνονται από τις εταιρείες θρέψης για εφαρμογή με την υδρολίπανση είναι τα εξής:
- Σειρές Complesal Solub και Novatec Solub (Compo)
- EPSO Combitop (K+S KALI)
- Σειρά YaraTera KRISTALON (Yara).
Διαφυλλική λίπανση
Βελτίωση της ακρίβειας χρήσης των θρεπτικών στοιχείων από τα οπωροφόρα δένδρα μπορεί να επιτευχθεί και με τη διαφυλλική εφαρμογή τους σε πολύ μικρότερες ποσότητες σε σχέση με αυτές που εφαρμόζονται στην επιφάνεια του εδάφους ή με υδρολίπανση. Ο ψεκασμός του υπέργειου τμήματος του δένδρου με λίπασμα αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο εφαρμογής τόσο των μακροθρεπτικών θρεπτικών στοιχείων όσο και των ιχνοστοιχείων. Αν και θεωρείται υποβοηθητικός τρόπος λίπανσης και δεν μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως την εφαρμογή από το έδαφος, ωστόσο στη σύγχρονη δενδροκαλλιέργεια έχει πολλές εφαρμογές.
Για παράδειγμα, στην καλλιέργεια της μηλιάς είναι η μέθοδος που προτιμάται για αποτελεσματικό εφοδιασμό των δένδρων με ιχνοστοιχεία όπως ο ψευδάργυρος, το μαγγάνιο, ο σίδηρος και ο χαλκός (Cu). Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι στη μηλιά η διαφυλλική εφαρμογή των λιπασμάτων οδηγεί σε αύξηση της καρπόδεσης, πρωιμότητα, καλύτερο μέγεθος και χρώμα καρπού, καλύτερη συντηρησιμότητα των καρπών και μείωση ή εξάλειψη της παρενιαυτοφορίας. Τα παραπάνω πλεονεκτήματα είναι πιο σταθερά όταν το πρόγραμμα της διαφυλλικής λίπανσης ακολουθείται τουλάχιστον για 3 έτη. Ο ψεκασμός για τα περισσότερα θρεπτικά στοιχεία γίνεται διαφυλλικά σε διάφορες εποχές που τα δένδρα φέρουν ενεργό φύλλωμα, αλλά και κατά τη νεκρή περίοδο του λήθαργου των δένδρων.
Οι διαφυλλικοί ψεκασμοί μπορεί να γίνονται είτε με ανόργανα σκευάσματα, είτε με οργανομεταλλικές ενώσεις (χηλικές). Οι οργανομεταλλικές ενώσεις εφαρμόζονται συνήθως νωρίς, μόλις τα δένδρα αποκτήσουν αρκετό φύλλωμα. Αντίθετα, οι ανόργανες μορφές ψεκάζονται σε όλη την περίοδο κατά την οποία υπάρχει φύλλωμα στα δένδρα.
Διαφυλλικοί ψεκασμοί με άζωτο μπορούν να βελτιώσουν την ακριβή διαχείριση του στοιχείου στον οπωρώνα, ιδίως όταν εφαρμόζεται αργά την καλλιεργητική περίοδο (μετασυλλεκτικά), όταν το δένδρο έχει ανάγκη να δημιουργήσει αποθέματα αζώτου στα καρποφόρα όργανα, ενώ οι εφαρμογές του στο έδαφος πρέπει να είναι οι ελάχιστες δυνατές για να αποφευχθεί η έκπλυση του. Νωρίς την άνοιξη μπορεί και πρέπει να δίνεται στις περιπτώσεις εκείνες των εδαφών (βαριά υγρά εδάφη) όπου τα δένδρα δεν μπορούν να προσλάβουν άζωτο από το έδαφος. Η συγκέντρωση του διαλύματος σε άζωτο πρέπει να είναι μικρή (0,3-0,6%). Με τη μορφή της ουρίας εφαρμόζεται νωρίς την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο πριν από την πτώση των φύλλων.
Στη μηλιά το φθινόπωρο, μετά τη συγκομιδή των καρπών, το άζωτο μπορεί να δίνεται υπό μορφή ουρίας (1%). Η εφαρμογή ψεκασμών νωρίς το φθινόπωρο, μετά τη συγκομιδή των καρπών, φαίνεται να έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα από τους ψεκασμούς της άνοιξης. Εφοδιάζει τα διάφορα βλαστικά όργανα με ποσότητα αζώτου, το οποίο ενεργοποιείται την άνοιξη. Οι ψεκασμοί αυτοί συνιστώνται ιδιαίτερα στις ποικιλίες μηλιάς οι οποίες έχουν ασθενή καρποφόρα όργανα, όπως αυτές της ομάδας Delicious. Γενικά, η εφαρμογή λιπασμάτων μετά τη συγκομιδή των καρπών και πριν την έναρξη του χειμώνα αποτελεί μια σημαντική πρακτική στη διαχείριση των οπωροφόρων δένδρων και έχει ως στόχο να αναπληρωθούν τα αποθέματα θρεπτικών στοιχείων πριν από τη χειμερινή περίοδο. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί ικανοποιητική ανθοφορία, υψηλό ποσοστό καρπόδεσης και ταχεία ανάπτυξη της βλάστησης την επόμενη άνοιξη.
Οι μετασυλλεκτικές εφαρμογές λιπασμάτων θα πρέπει να γίνονται όσο τα δένδρα έχουν ακόμη πλούσιο, ενεργό και υγιές φύλλωμα. Για την επιλογή του κατάλληλου σκευάσματος και της σωστής ποσότητας θα πρέπει να συνεκτιμώνται μεταξύ άλλων η περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία, η απόδοση, οι ετήσιες ανάγκες της καλλιέργειας σε θρεπτικά στοιχεία, το σύνολο των θρεπτικών στοιχείων που έχουν ήδη δοθεί έως τη συγκομιδή και οι τοπικές κλιματικές συνθήκες. Σε ένα ισορροπημένο πρόγραμμα λίπανσης των οπωροφόρων δένδρων θα πρέπει να προβλέπεται το 10-20% των συνολικών ετησίως χορηγούμενων λιπαντικών μονάδων ανά δένδρο ορισμένων θρεπτικών στοιχείων να χορηγείται με μετασυλλεκτικούς διαφυλλικούς ψεκασμούς.
Εκτός από το άζωτο και το κάλιο και ο φώσφορος μπορεί να χορηγηθούν με ψεκασμούς των δένδρων. Συνήθως, δίνονται υπό ανόργανη μορφή όλη την περίοδο που υπάρχει ενεργό φύλλωμα. Το νιτρικό μαγνήσιο κατά την άνοιξη χρησιμοποιείται σε συγκέντρωση 0,5%, ενώ το φθινόπωρο η συγκέντρωση αυξάνει μέχρι και 2%. Οι διαφυλλικοί ψεκασμοί χρησιμοποιούνται και για την αύξηση της συγκέντρωσης του Ca στους καρπούς της μηλιάς, με σκοπό να αποφευχθούν φυσιολογικές ανωμαλίες των καρπών που μειώνουν την εμπορική τους αξία και την ικανότητά τους για μακρά συντήρηση. Ψεκασμοί των καρπών της μηλιάς γίνονται πριν τη συγκομιδή με υδατοδιαλυτά άλατα Ca.
Ο ψευδάργυρος, το μαγγάνιο και το βόριο χορηγούνται το χειμώνα, κατά την περίοδο του λήθαργου των δένδρων. Οι συγκεντρώσεις των στοιχείων στα διαλύματα αυτά είναι υψηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες της άνοιξης. Ο θειικός ψευδάργυρος χωρίς ασβέστη στην περίοδο του ληθάργου χρησιμοποιείται σε μια συγκέντρωση από 3% στη ροδακινιά, μέχρι 5 και 6% στη μηλιά και στην κερασιά Κατά τη νεκρή περίοδο (λήθαργος οφθαλμών), μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το μαγγάνιο με τη μορφή του θειικού μαγγανίου σε μια συγκέντρωση που μπορεί να φθάσει το 3%. Το βόριο εφαρμόζεται στις μηλιές σε αρκετά υψηλή συγκέντρωση (0,1% solubor). Προσοχή χρειάζεται κατά τη χρήση των σκευασμάτων και θα πρέπει να τηρούνται πάντα οι οδηγίες του παρασκευαστή.
Μερικά σκευάσματα θρεπτικών στοιχείων, όπως π.χ. ο θειικός ψευδάργυρος, και το θειικό μαγγάνιο, ιδιαίτερα στα νεκταρίνια, για να μην είναι τοξικά στο φύλλωμα και στους καρπούς, πρέπει να εξουδετερώνονται με ασβέστη. Στα διαλύματα των διαφυλλικών ψεκασμών προστίθενται επιπλέον διαβρεκτικές-προσκολλητικές ουσίες για την καλύτερη απορρόφηση των στοιχείων από τα φύλλα. Τέλος, προσοχή χρειάζεται και στις καιρικές συνθήκες που επικρατούν κατά και μετά τον ψεκασμό, καθώς οι ξηροθερμικές συνθήκες μειώνουν την αποτελεσματικότητα των διαφυλλικών ψεκασμών.
Μετασυλλεκτική λίπανση
Η περίοδος μετά τη συγκομιδή των καρπών και μέχρι την πτώση των φύλλων στα φυλλοβόλα οπωροφόρα δένδρα είναι ιδιαίτερα σημαντική για την αναπλήρωση των αποθεμάτων των δένδρων με θρεπτικά στοιχεία. Την άνοιξη η πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων από το έδαφος είναι συχνά περιορισμένη και τα δένδρα χρησιμοποιούν τα αποθέματά τους για να καλύψουν τις αυξανόμενες τότε ανάγκες τους. Η εφαρμογή πριν από το χειμώνα ενός μέρους των συνολικών ετησίως χορηγούμενων λιπαντικών μονάδων ανά στρέμμα (10-20%) βελτιώνει τη θρεπτική κατάσταση των δένδρων και εξασφαλίζει ικανοποιητική ανθοφορία, υψηλό ποσοστό καρπόδεσης και γρήγορη ανάπτυξη της κόμης κατά τη διάρκεια της επόμενης εαρινής περιόδου.
Τα θρεπτικά στοιχεία εφαρμόζονται μετασυλλεκτικά είτε με υδρολίπανση, όταν υπάρχει δίκτυο άρδευσης στον οπωρώνα, είτε με διαφυλλικούς ψεκασμούς, ενώ πιο σπάνια γίνεται διασκορπισμός των λιπασμάτων στο έδαφος. Επίσης, τα λιπάσματα δεν πρέπει να εφαρμόζονται πριν από τη συγκομιδή των καρπών γιατί μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα με την ωρίμαση των καρπών, αλλά ούτε και πολύ αργά καθώς θα πλησιάζει η εποχή που θα πέσουν τα φύλλα και η απορρόφηση των λιπασμάτων θα είναι μικρότερη, Τα δένδρα πρέπει να έχουν πλούσιο, υγιές και ενεργό φύλλωμα.
Κατά την οργάνωση της μετασυλλεκτικής λίπανσης πρέπει να ληφθούν υπόψη:
• η περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία,
• η απόδοση,
• οι ετήσιες ανάγκες της καλλιέργειας σε θρεπτικά στοιχεία,
• το σύνολο των θρεπτικών στοιχείων που έχουν ήδη δοθεί έως τη συγκομιδή, και
• οι τοπικές κλιματικές συνθήκες.
ΔΡ. ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΔΡ. ΗΛΙΑΣ ΚΑΛΦΑΣ / ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΡΠΟΦΟΡΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ