Ιστορική εξέλιξη
Ο ηλίανθος (Helianthus annus οικογένεια Asteraceae) ανήκει στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας που παράγουν ελαιούχους σπόρους. Καλλιεργείται σε περιοχές με κλίμα ζεστό και εύκρατο.
Οι κύριες χώρες παραγωγής είναι η Ρωσία, η Ιταλία και η Αργεντινή. Ο ηλίανθος χρησιμοποιήθηκε πρώτα ως τροφή από τους Ινδιάνους στην Αμερική. Αργότερα διαδόθηκε ως ζιζάνιο στα χωράφια των κεντρικών πολιτειών των ΗΠΑ και κατόπιν εξημερώθηκε (προήλθε από το ζιζάνιο Helianthus petiolaris). Ο καλλιεργούμενος ηλίανθος γνωστός και ήλιος ή ηλιοτόπιο ανήκει στο είδος Helianthus annuus L. και στην οικογένεια Compositae.
Στην Ευρώπη ο ηλίανθος μεταφέρθηκε από τους Ισπανούς το 1550, ενώ από το1780 άρχισε να καλλιεργείται στη Ρωσία, όπου και επεκτάθηκε σημαντικά. Από το 1969 άρχισε και η δημιουργία των πρώτων υβριδίων ηλίανθου αυξάνοντας την απόδοση, τη σταθερότητα στην παραγωγή, την ομοιομορφία του αγρού και την αντοχή στις ασθένειες. Σήμερα ο ηλίανθος καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, την Ισπανία, την Αργεντινή κλπ.
Μορφολογία
Ο ηλίανθος ξεχωρίζει από το μοναδικό στέλεχός του και κυρίως από την μεγάλη του ταξιανθία (κεφαλή διαμέτρου έως και 40 εκατοστά). Το φυτό έχει βαθύ ριζικό σύστημα, όπου η κεντρική ρίζα του μπορεί να φτάσει σε μήκος το διπλάσιο του ύψους του στελέχους. Οι πλευρικές ρίζες έχουν μήκος περί τα 50–100 εκατοστά και αναπτύσσονται σε βάθος περίπου 30 εκατοστών. Το ύψος του στελέχους κυμαίνεται από 80 έως 230 cm. Οι ποικιλίες για πασατέμπο φθάνουν και 3.5 μέτρα σε ύψος.
Τα φύλλα παρουσιάζουν μεγάλη παραλλακτικότητα ως προς το μέγεθος, το σχήμα, το πάχος και την ύπαρξη τριχιδίων στην επιφάνεια των φύλλων. Συνήθως είναι πλατιά, ωοειδή, οξύληκτα, ενώ τα κατώτερα φύλλα έχουν σχήμα καρδιάς. Περιφερειακά είναι οδοντωτά ή πριονωτά και φέρουν πολλές νευρώσεις. Η έκφυση των πρώτων πέντε ζευγαριών γίνεται αντίθετα, ενώ στα επόμενα κυλινδρικά. Ο αριθμός τους κυμαίνεται από 20–30 φύλλα/φυτό. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ηλίανθου είναι ο ηλιοτροπισμός που εκδηλώνεται στα φύλλα και τις ταξιανθίες. Το πρωί οι αναπτυσσόμενες ταξιανθίες στρέφονται προς την ανατολή, κατόπιν ακλουθούν την πορεία του ήλιου, με μια μικρή καθυστέρηση. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται μόνο στα νεαρά φύλλα και στις ταξιανθίες μέχρι το τέλος της άνθησης. Μετά την ολοκλήρωση της ανθοφορίας μένουν στραμμένες στην ανατολή. Τις συννεφιασμένες ημέρες ο ηλίανθος δεν στρέφεται. Ο ηλιοτροπισμός συντελεί στην αύξηση της φωτοσύνθεσης στην μονάδα του χρόνου (10–30% ανάλογα με την κατανομή των φύλλων).
Η ταξιανθία του ηλίανθου περιέχει από 700 έως 4.000 άνθη, σε συνάρτηση με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες (θερμοκρασία), τις καλλιεργητικές φροντίδες (νερό, λίπασμα) και την καλλιεργούμενη ποικιλία. Τα άνθη της ταξιανθίας διατάσσονται σε ομόκεντρα τόξα και η άνθηση αρχίζει από τα περιφερειακά άνθη και συνεχίζεται προς το κέντρο της ταξιανθίας. Καθημερινά ανοίγουν από 1 έως 4 σειρές και η περίοδος αυτή διαρκεί από 7 έως 17ημέρες αναλόγως των θερμοκρασιών. Οι χαμηλές θερμοκρασίες αυξάνουν την περίοδο της ανθοφορίας, ενώ οι πολύ υψηλές την επιταχύνουν. Με την ολοκλήρωση της ανθοφορίας πέφτουν τα περιφερειακά άγονα κίτρινα άνθη. Η γύρη του ηλίανθου είναι βαριά, μεταφέρεται δύσκολα με τον αέρα, η δε απόδοσή του σε νέκταρ (και κατ’ επέκταση σε μέλι) είναι 2.5 κιλά νέκταρ/στρ. Ο σπόρος του ηλίανθου έχει συνήθως χρώμα μαύρο έως γκρίζο, το δε βάρος 1.000 σπόρων ποικίλει από 40 έως 90 γραμμάρια. Το σχήμα μπορεί να είναι επίμηκες, ωοειδές και η διατομή του από στενόμακρη έως στρογγυλή.
Άνθη ηλιάνθου (πάνω), καλλιέργεια ηλιάνθου έτοιμη για συγκομιδή (κάτω αριστερά).
και σπόρος (κάτω δεξιά).
Θερμοκρασία
Η βασική θερμοκρασία ανάπτυξης του ηλίανθου ποικίλει αναλόγως του γενότυπου από 4 έως 8°C (το βαμβάκι έχει 15° C). Με βάση τις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας, η σπορά του ηλίανθου μπορεί να αρχίσει από τις αρχές Μαρτίου, εφόσον η θερμοκρασία έχει σταθεροποιηθεί σε επίπεδα πάνω από τη βασική θερμοκρασία. Οι σπόροι βλαστάνουν σε θερμοκρασίες 4° C, ενώ σε θερμοκρασίες αέρος 15° C έχουμε το ταχύτερο φύτρωμα (3–4 ημέρες). Τα νεαρά φυτά (στάδιο κοτυληδόνας) είναι ανθεκτικά στο ψύχος (–5°C),ενώ η αντοχή αυτή μειώνεται σταδιακά έως το στάδιο των 6–7 φύλλων, όπου οι χαμηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσουν ζημιές στο φυτό. Η βέλτιστη θερμοκρασία ημέρας για την ανάπτυξη του φυτού είναι 25–33°C. Σε χαμηλότερα επίπεδα θερμοκρασιών (π.χ. 20°C) η ανάπτυξη του φυτού επιμηκύνεται, ενώ σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες (π.χ. > 35°C), η ανάπτυξη επιταχύνεται με αναπόφευκτη τη μείωση της απόδοσης. Σημαντική επίδραση στην παραγωγικότητα του ηλίανθου έχουν και οι θερμοκρασίες της νύχτας, καθώς σε υψηλές νυχτερινές θερμοκρασίες (> 25° C) η αναπνοή αυξάνεται δραματικά με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής. Συνοψίζοντας, υψηλές αποδόσεις ηλίανθου επιτυγχάνονται κάτω από θερμοκρασίες ημέρας 25–30°C και νύχτας 15–20°C.
Φως
Ο ηλίανθος είναι πολύ απαιτητικός σε φως. Οι άριστες θερμοκρασίες για τη φωτοσύνθεση είναι περί τους 30°C. Ο ηλίανθος δεν αντιδρά συνήθως στο φωτοπεριοδισμό (ουδέτερο φυτό), διότι ανθίζει σε μεγάλο μήκος ημέρας.
Νερό
Ο ηλίανθος έχει χαμηλή ικανότητα χρήσης νερού. Προκειμένου να παράξει ένα κιλό ξηρής ουσίας/στρ. χρειάζεται αρκετά περισσότερο νερό από ότι άλλα φυτά (π.χ. σιτηρά, αγριαγκινάρα, σόργο). Η αποτελεσματικότητα του ηλίανθου στη χρήση νερού είναι παρόμοια με αυτή του βαμβακιού και ισούται με 1.7 γραμμάρια ξηρής ουσίας ανά κιλό νερού. Ο ήλιος δεν είναι πολύ ανθεκτικός στην ξηρασία (παρά το εκτεταμένο ριζικό του σύστημα). Η ξηρασία προκαλεί μάρανση και πτώση των φύλλων και έχει άμεση επίδραση στη μείωση της φωτοσύνθεσης (συνεπάγεται μείωση παραγωγής). Η κρίσιμη περίοδος για επάρκεια υγρασίας στον αγρό είναι περίπου 20 ημέρες πριν έως 20 ημέρες μετά την ανθοφορία. Έλλειψη υγρασίας αυτήν την περίοδο αποφέρει μείωση παραγωγής έως και 70%. Εκτός από τη μείωση της φωτοσύνθεσης, η έλλειψη υγρασίας προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας του φυτού έως και 5°C, πρωιμίζοντας έτσι την καλλιέργεια. Ένας τρόπος να αντιμετωπισθεί η αδυναμία του φυτού στην αποτελεσματική χρήση νερού είναι η πρώιμη σπορά, προκειμένου το φυτό να κάνει χρήση των ανοιξιάτικων βροχοπτώσεων και να αναπτυχθεί κάτω από λιγότερο ξηροθερμικές συνθήκες, οι οποίες προκαλούν μεγάλη κατανάλωση νερού (εξατμισοδιαπνοή). Σε σύγκριση με άλλες εαρινές καλλιέργειες, οι απαιτήσεις του ηλίανθου σε νερό κυμαίνονται περίπου στο 50% των αναγκών του καλαμποκιού.
Έδαφος
Μπορεί να καλλιεργηθεί σχεδόν σε όλους τους τύπους εδαφών, από τα πολύ φτωχά μέχρι τα πολύ γόνιμα. Προσαρμόζεται καλά τόσο στα αμμώδη, όσο και στα αργιλώδη εδάφη. Το ριζικό του σύστημα φθάνει σε μεγάλα βάθη και γι’ αυτό προτιμά εδάφη καλώς αεριζόμενα, στα οποία μπορεί να εισχωρεί με ευκολία. Έτσι η στράγγιση αποκτά ιδιαίτερη σημασία στα χωράφια που καλλιεργούνται με ηλίανθο. Ως προς τη χημική αντίδραση του εδάφους, ευδοκιμεί καλά σε εδάφη ελαφρώς όξινα έως ουδέτερα (pH 5,6-8). Δεν αντέχει σε αλατούχα εδάφη. Σε εδάφη με αλατότητα από 2 έως 4 mmhos/cm αναπτύσσεται χωρίς προβλήματα.
Καλλιεργητικές φροντίδες
Εποχή σποράς
Πρέπει να σπέρνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα (από μέσα Μαρτίου έως τέλος Απριλίου) ανάλογα με τη θερμοκρασία του αέρα. Η πρώιμη σπορά είναι καθοριστικής σημασίας, διότι το φυτό μπορεί να κάνει άριστη χρήση των ανοιξιάτικων βροχοπτώσεων και να δίνει καλές αποδόσεις κάτω από ξηροθερμικές συνθήκες, που συνήθως επικρατούν το καλοκαίρι. Με την πρώιμη σπορά αυξάνονται οι διαθέσιμες ημέρες για αύξηση-ανάπτυξη της καλλιέργειας με θετική συνεισφορά στην αύξηση της απόδοσης (120–140 ημέρες).Στις όψιμες σπορές (Μαΐου- Ιουνίου), λόγω των ξηροθερμικών συνθηκών, η περίοδος ανάπτυξης μειώνεται στις 90–110 ημέρες, με αρνητικό αντίκτυπο στην τελική παραγωγή. Σπορές πέρα από τα τέλη Ιουνίου δεν συνιστώνται διότι η καλλιέργεια συνήθως δεν προλαβαίνει να ωριμάσει, ενώ λόγω των υψηλών θερμοκρασιών οι ανάγκες για άρδευση διπλασιάζονται. Βάθος σποράς Σε χωράφι με κανονική υγρασία το βάθος σποράς πρέπει να είναι 2.5–3.0εκατοστά . Σε χωράφι που έχει χάσει την επιφανειακή υγρασία ή αν επικρατούν έντονοι ξηροθερμικοί άνεμοι (λίβας) την περίοδο σποράς, ο ηλίανθος πρέπει να σπέρνεται βαθύτερα (3.0–6.0 εκατοστά). Σπόροι που σπέρνονται σε βάθος 2–3 εκατοστά βλαστάνουν 3–4 ημέρες νωρίτερα από αυτούς που σπέρνονται βαθύτερα. Εκτός από την υγρασία του εδάφους, το μεγάλο βάθος σποράς αυξάνει επίσης και την ανομοιομορφία του φυτρώματος με αποτέλεσμα την ανομοιομορφία στην ωρίμανση του σπόρου. Κατά κανόνα είναι προτιμότερο οι γεωργοί να μετακινήσουν την ημερομηνία σποράς (± 3–5ημέρες) παρά να οδηγηθούν σε μεγαλύτερο βάθος σποράς.
Πυκνότητα φυτών
Η απόδοση του ηλίανθου είναι συνισταμένη τριών παραγόντων:
α) του αριθμού των φυτών ή των ταξιανθιών,
β) του αριθμού των σπόρων ανά ταξιανθία και τέλος
γ) του βάρους του σπόρου.
Σε αραιές φυτείες (3–4 φυτά/μ2), ο ηλίανθος εξισορροπεί το μικρό αριθμό των ταξιανθιών με αύξηση του αριθμού και του βάρους των σπόρων, ενώ συμβαίνει το αντίθετο σε πυκνές φυτείες (6–7 φυτά/μ2). Έτσι, η απόδοση παραμένει σταθερή για ένα εύρος πυκνοτήτων. Σύμφωνα με πρόσφατα πειραματικά δεδομένα υπό ελληνικές συνθήκες, σε γόνιμα, επαρκώς αρδευόμενα χωράφια, η πυκνότητα θα πρέπει να είναι 6.6–7.4 φυτά/μ2, για μεγιστοποίηση των αποδόσεων, ενώ σε μετρίως γόνιμα εδάφη με λιγότερη άρδευση προτιμούνται πληθυσμοί 3–5 φυτά/μ2 (καλύτερη διαχείριση των θρεπτικών ουσιών). Στους αραιούς πληθυσμούς ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στην καταπολέμηση ζιζανίων. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγονται πληθυσμοί φυτών > 8 φυτά/μ2,διότι τότε παρατηρείται εκτεταμένη βλαστική ανάπτυξη (τα επιπλέον φυτά λειτουργούν ως ανταγωνιστές – ζιζάνια). Οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμών είναι προσαρμοσμένες με το διαθέσιμο μηχανολογικό εξοπλισμό στα 75 εκατοστά.
Προετοιμασία σποράς
Η προετοιμασία του αγρού αρχίζει το φθινόπωρο με ένα όργωμα (25–35 εκατοστά) για να παραχωθούν τα υπολείμματα της προηγούμενης καλλιέργειας, να αυξηθεί ο αερισμός και η συγκράτηση της υγρασίας. Η αναστροφή του εδάφους με το όργωμα αυξάνει τη διαθεσιμότητα σε άζωτο και κάλιο. Σε περιπτώσεις που τα εδάφη είναι ελαφρά (αμμώδη) και επικλινή, όποτε υπάρχει κίνδυνος διάβρωσης, το όργωμα μπορεί να γίνει νωρίς την άνοιξη. Λίγες ημέρες πριν την σπορά πραγματοποιείται η προετοιμασία του αγρού με 1-2 καλλιεργητές ή δισκοσβάρνες. Μετά εφαρμόζονται τα λιπάσματα και τα προφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα, τα οποία θα ενσωματωθούν με τα προαναφερθέντα μηχανήματα και το χωράφι είναι έτοιμο για σπορά. Η σπορά πραγματοποιείται με τη χρήση πνευματικών μηχανών (π.χ. GΑSPARTO) .
Αμειψισπορά
Προσοχή θα πρέπει να δίνεται από τους γεωργούς στην υπολειμματική δράση ορισμένων ζιζανιοκτόνων από τις προηγούμενες καλλιέργειες. Συνήθως, προβλήματα μπορεί να προκύψουν ύστερα από καλλιέργεια καλαμποκιού ή σόργου, όπου οι δραστικές ουσίες (π.χ. ατραζίνη κλπ) έχουν υπολειμματική δράση πάνω από ένα όριο στον αγρό. Η αμειψισπορά είναι απαραίτητη, διότι μειώνει τα προβλήματα των ασθενειών, των ζιζανίων και των φυτών εθελοντών. Ο Ηλίανθος εναλλάσσεται με σιτηρά ή όσπρια ανά χρόνο, ευνοώντας μάλιστα τις αποδόσεις τους. Η εντατικοποίηση της καλλιέργειας λόγω καλών τιμών, δεν βοηθά τη βιωσιμότητα της καλλιέργειας. Προσοχή θα πρέπει να δίνεται από τους γεωργούς στην υπολειμματική δράση ορισμένων ζιζανιοκτόνων από τις προηγούμενες καλλιέργειες. Συνήθως, προβλήματα μπορεί να προκύψουν ύστερα από καλλιέργεια καλαμποκιού ή σόργου, όπου οι δραστικές ουσίες (π.χ. ατραζίνη κλπ) έχουν υπολειμματική δράση πάνω από ένα όριο στον αγρό. Η αμειψισπορά είναι απαραίτητη, διότι μειώνει τα προβλήματα των ασθενειών, των ζιζανίων και των φυτών εθελοντών. Ο Ηλίανθος εναλλάσσεται με σιτηρά ή όσπρια ανά χρόνο, ευνοώντας μάλιστα τις αποδόσεις τους. Η εντατικοποίηση της καλλιέργειας λόγω καλών τιμών, δεν βοηθά τη βιωσιμότητα της καλλιέργειας.
Ζιζανιοκτονία
Ως καλλιέργεια υφίσταται ζημιές, αλλά σπάνια καταστρέφεται από αλλά ζιζάνια. Μεγαλύτερες ζημιές παθαίνει από ζιζάνια που αναπτύσσονται πριν το φυτό καλύψει το έδαφος με τα φύλλα του. Ο ηλίανθος αυξάνει αργά τις δύο πρώτες εβδομάδες μετά το φύτρωμα και πολύ γρήγορα στη συνέχεια (αύξηση σε ύψος έως και 5 εκατοστά/ημέρα). Τα ζιζάνια που θα φυτρώσουν κατά την ευαίσθητη περίοδο ανταγωνίζονται κατά πολύ την καλλιέργεια, περισσότερο από εκείνα που φυτρώνουν μετά το ευαίσθητο στάδιο (π.χ. τάτουλας, αγριοντοματιά). Αν τα ζιζάνια παραμείνουν επί ένα μήνα στο χωράφι έχουμε μείωση της παραγωγής κατά 15–20%. Η προστασία από τα ζιζάνια μπορεί να επιτευχθεί με μηχανικά και χημικά μέσα. Μπορεί να γίνει προφυτρωτική ζιζανιοκτονία με ανάλογα εγκεκριμένα φάρμακα στοχεύοντας κυρίως στα στενόφυλλα και κάποια πλατύφυλλα ζιζάνια. Εφαρμόζεται επίσης και μεταφυτρωτική ζιζανιοκτονία για δύσκολα και πολυετή στενόφυλλα ζιζάνια. Οι λύσεις αυτές όμως, υστερούν στα δύσκολα πλατύφυλλα όπως η αγριομελιτζάνα. Τα τελευταία χρόνια επεκτείνεται η χρήση νέων τεχνολογιών σύμφωνα με τις οποίες χρησιμοποιούνται μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα σε ανθεκτικά υβρίδια (γενετική επιλογή) τα οποία καλύπτουν πλήρως τη ζιζανιοκτονία του ηλίανθου.
Εχθροί και ασθένειες
ΕΧΘΡΟΙ
Από τα έντομα ζημιές προκαλούν τα έντομα εδάφους, τα μυζητικά (αφίδες, θρίπες), η ηλιότιδα, μερικά άλλα λεπιδόπτερα (π.χ. Homoesoma nebullela, που προσβάλλει τις ταξιανθίες και τους σπόρους) και μερικά κολεόπτερα (π.χ.Smicronyx fulvus, που προσβάλλει κυρίως τους σπόρους) .Η αντιμετώπιση των λεπιδόπτερων και κολεόπτερων επιδιώκεται με τη δημιουργία ανθεκτικών γενότυπων, με χρήση υπερπαρασίτων και με ρύθμιση της καλλιεργητικής τεχνικής. Σημαντικές ζημιές προκαλούν στον ηλίανθο, ιδιαίτερα όταν καλλιεργείται σε μεμονωμένα χωράφια, τα πουλιά τα οποία τρώνε τους σπόρους.
ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
1) Περονόσπορος (Plasmopara helianthii). Ο μύκητας ευνοείται από υψηλές θερμοκρασίες και υψηλή σχετική υγρασία. Συνήθως εμφανίζονται χλωρωτικές κηλίδες, σε όλα τα μέρη του φυτού, που αργότερα γίνονται νεκρωτικές.
2) Άσπρη όψη (Sclerotinia sclerotinium). Η μολυσματική μορφή του μύκητα είναι τα σκληρώτια τα οποία διαχειμάζουν στο έδαφος, σε υπολείμματα της προηγούμενης καλλιέργειας. Οι δευτερογενείς μολύνσεις γίνονται από ασκοσπόρια που σχηματίζουν λευκό μυκήλιο, στη συνέχεια δημιουργούνται σκληρώτια και το φυτό εμφανίζει συμπτώματα μάρανσης.
3) Γκριζωπή μούχλα (Botrytis cinera). Ο μύκητας προσβάλλει όλα τα μέρη του φυτού, αλλά αποτελεί πρόβλημα μόνον όταν οι συνθήκες είναι θερμές και υγρές (όπως στην ποτιστική καλλιέργεια). Προκαλεί κηλίδες γκρίζες και υγρές.3) Γκριζωπή μούχλα (Botrytis cinera). Ο μύκητας προσβάλλει όλα τα μέρη του φυτού, αλλά αποτελεί πρόβλημα μόνον όταν οι συνθήκες είναι θερμές και υγρές (όπως στην ποτιστική καλλιέργεια). Προκαλεί κηλίδες γκρίζες και υγρές.
4) Ο ηλίανθος προσβάλλεται επίσης και από άλλες μυκητολογικές ασθένειες, όπως αδρομυκώσεις (Verticillium dahliae), σκωρίαση (Puccinia helianthii) και αλτερνάρια (Alternaria spp.) καθώς και από ιούς, βακτήρια και από φυτικά παράσιτα, όπως οροβάγχη κ.ά.Η αντιμετώπιση των παραπάνω ασθενειών επιδιώκεται με τη μέθοδο της ολοκληρωμένης καταπολέμησης, δηλαδή με τον συνδυασμό:
α) κατάλληλης αμειψισποράς,
β) εφαρμογής ορθής καλλιεργητικής τεχνικής (π.χ. αποφυγή υπερβολικής εδαφικής υγρασίας, εφαρμογή ορθολογικής λίπανσης, κατάλληλη εποχή σποράς, κατάλληλος πληθυσμός φυτών),
γ) χρήση ανθεκτικών γενότυπων και
δ) ορθολογικής χρήσης χημικών σκευασμάτων (απολύμανση σπόρου κ.ά.).
Λίπανση
- Χρόνος εφαρμογής: Κατά τη σπορά ή λίγο πριν. Στον ηλίανθο συνήθως δεν εφαρμόζεται επιφανειακή λίπανση.
- Τρόπος εφαρμογής: Ενσωμάτωση σε παράλληλες γραμμές προς τις γραμμές σποράς και λίγο βαθύτερα από το σπόρο ή σε όλη την έκταση.
- Συνιστώμενες ποσότητες Ν: 8-10 kg Ν /στρ. Η χορήγηση του αζώτου αυτή την περίοδο γίνεται σε αμμωνιακή μορφή. Υπερβολικές λιπάνσεις με άζωτο αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ασθενειών καθώς και το πλάγιασμα.
- Συνιστώμενες ποσότητες Ρ: Ανάλογα με τις προηγούμενες φωσφορούχες λιπάνσεις, από 0 έως 6 kg P2O5/στρ.
- Συνιστώμενες ποσότητες Κ: Σε αγρούς με έλλειψη 20-25 kg K2O/στρ.
Συνιστώμενες ποσότητες άλλων θρεπτικών στοιχείων:
Συνήθως δεν προστίθενται εκτός και αν μετά από τη χημική ανάλυση του εδάφους διαπιστωθεί έλλειψή τους. Στην Ελλάδα αρκετά συνηθισμένη έλλειψη είναι αυτή του Zn o οποίος μπορεί να προστεθεί σε ανόργανη μορφή στο έδαφος ή αργότερα με διαφυλλικούς ψεκασμούς ανόργανων ή οργανικών διαλυμάτων του. Επίσης σημαντικά προβλήματα στην καλλιέργεια μπορούν να προκύψουν από έλλειψη βορίου, ιδιαίτερα σε ασβεστώδη ή αμμώδη εδάφη, αλλά και σε εδάφη που γίνεται μονοκαλλιέργεια ηλίανθου επί σειρά ετών χωρίς την προσθήκη βορίου. Προληπτικά μπορεί να χορηγηθεί το βόριο με τη βασική λίπανση στο έδαφος ή να γίνει διαφυλλικός ψεκασμός κατά το στάδιο των 10 φύλλων της καλλιέργειας.
Άρδευση
Ο ηλίανθος είναι από τα ανθεκτικότερα φυτά στην ξηρασία. Η άρδευσή του όμως στον κατάλληλο χρόνο συντελεί στην κατακόρυφη αύξηση των αποδόσεων. Στο στάδιο του φυτρώματος η επαρκής εδαφική υγρασία συμβάλλει στην ομοιόμορφη ανάπτυξη των φυτών, θεμελιακό στοιχείο για την περαιτέρω πορεία και την τελική απόδοση της φυτείας. Στη βλαστική του ανάπτυξη, ο ηλίανθος συνήθως δεν θέλει νερό (είναι το στάδιο ανάπτυξης του ριζικού συστήματος) εκτός και αν υπάρξουν σημάδια στέρησης στο φυτό, λόγω παρατεταμένης ξηρασίας. Τα κρίσιμα στάδια αναγκών σε νερό είναι πριν την ανθοφορία και μετά, στο στάδιο του γεμίσματος των σπόρων. Σε φυσιολογικές χρονιές 3 ποτίσματα είναι αρκετά για μια αποδοτική καλλιέργεια ηλίανθου.
Συγκομιδή
Η συγκομιδή του ηλίανθου γίνεται όταν αλλάξει χρώμα η πίσω επιφάνεια της κεφαλής από πράσινο-κίτρινο σε καστανό-κίτρινο χρώμα. Κατά τη συγκομιδή τα φύλλα είναι ξερά και παραμένουν στο βλαστό, ο όποιος έχει χρώμα κίτρινο προς καστανό .Κατά τον αλωνισμό ο σπόρος περιέχει υγρασία περί το 15–20% και γι’ αυτό πρέπει να ακολουθήσει ξήρανση και η υγρασία να φτάσει στο επιθυμητό 9%. Ο αλωνισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί και όταν ο σπόρος ωριμάσει πλήρως (9%), αλλά τότε οι απώλειες κατά τη συγκομιδή αυξάνονται σημαντικά (τόσο από τα πουλιά, όσο και από το τίναγμα του σπόρου). Η συγκομιδή του σπόρου πραγματοποιείται με τη χρήση συμβατικής αυτοκινούμενης αλωνιστικής μηχανής. Τέλος, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σιτομάχαιρο, αλλά δεν συνιστάται.
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΦΥΤΑ (ΕΙΔΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΙΙ)
Κωνσταντίνος Πασχαλίδης-Επίκουρος Καθηγητής
Ηράκλειο, Οκτώβριος 2019