Είναι έντομο πολυφάγο και πολύ μικρό, του οποίου τα άτομα μοιάζουν να φέρουν μικρά λέπια ή κόκκους (κοκκοειδές). Το σώμα τους καλύπτεται από σκληρό κηρώδες ασπίδιο.
Στη Μεσόγειο έχει δύο γενιές ετησίως, ενώ σε θερμότερες περιοχές έως τρεις και παρατηρείται αλληλοεπικάλυψη μεταξύ τους, εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας ωοτοκίας. Βασικά διαχειμάζει ως ενήλικο γονιμοποιημένο θηλυκό και κατά δεύτερο λόγο ως προνύμφη 2ου σταδίου. Το έντομο προσβάλει τα κλαδιά, τα φύλλα, τους καρπούς και το κορμό. Σημαντικές θεωρούνται οι ζημιές που προκαλούνται τόσο στον καρπό, όσο και στο ίδιο το δένδρο. Στα κλαδιά σχηματίζονται κηλίδες ερυθρού χρώματος και παρατηρείται ακόμη και παραμόρφωση, ενώ σε περιπτώσεις έντονης προσβολής, τα κλαδιά γίνονται καχεκτικά και ξηραίνονται. Στους καρπούς δημιουργούνται κηλίδες κυκλικού σχήματος και κοκκινόμαυρου χρώματος, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την παραμόρφωσή αυτών. Η προσβολή ζημιώνει περισσότερο τις επιτραπέζιες ποικιλίες, οι οποίες πλέον δεν θεωρούνται κατάλληλες για κονσερβοποίηση. Στις ελαιοποιήσιμες ποικιλίες, είναι πιθανή η μείωση της ελαιοπεριεκτικότητας έως και 20%.
Η παρακολούθηση των πληθυσμών είναι απαραίτητη για τη καταπολέμηση της προσβολής, καθώς βάσει αυτής γίνεται ο προσδιορισμός του χρόνου επέμβασης. Η παρακολούθηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη χρήση φερορμονικών παγίδων, με ανάρτηση τους στην ανατολική πλευρά της κόμης από το Μάρτιο, καθώς και με κολλητικές παγίδες σε κλαδιά και δειγματοληψίες κλαδιών για τη πορεία εκκόλαψης των ερπουσών. Κρίσιμα στάδια για καταπολέμηση της θεωρούνται τα αυγά και οι έρπουσες (νύμφες 1ου σταδίου). Για την αποφυγή ανάπτυξη υψηλού πληθυσμού θεωρείται κρίσιμος ο έλεγχος της 1ης γενιάς και σε περιοχές που εμφανίσθηκε προσβολή της 3ης για την παρεμπόδιση της διαχείμασης υψηλού πληθυσμού.
Όλα τα κοκκοειδή έχουν φυσικούς εχθρούς οι οποίοι ελέγχουν και διατηρούν σε χαμηλά επίπεδα τον πληθυσμό τους. Από τους πιο επιτυχημένους φυσικούς εχθρούς είναι τα παρασιτοειδή. Τα μέλη της οικογένειας Aphytis είναι μικρές σφήκες οι οποίες έχουν χρησιμοποιηθεί και χρησιμοποιούνται ως πολύ αποτελεσματικοί παράγοντες βιολογικής καταπολέμησης εχθρών των καλλιεργειών. Ειδικά το Aphytis maculicornis είναι εκείνο το παρασιτοειδές που έλυσε το πρόβλημα της παρλατόριας στην Καλιφόρνια στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Η οικογένεια έχει λάβει το όνομά της από τον Δρ. Howart στις αρχές του 20 αιώνα ο οποίος έψαχνε για έντομα φυσικούς εχθρούς της παρλατόρια σε ελαιοπαραγωγικές χώρες.
Τότε βρέθηκε στη Χαλκιδική και ονόμασε την οικογένεια των παρασίτων που ανακάλυψε Aphytis από το όνομα της Αφυτου, του χωριού όπου έγινε η ανακάλυψη. Τα συγκεκριμένα έντομα παρασιτούν τα ενήλικα άτομα της παρλατόρια ως ανήλικα καταναλώνοντας στην ουσία το σώμα της. Το ενήλικο θηλυκά γεννούν τα αυγά τους πάνω στο σώμα των κοκκοειδών. Μετά την εκκόλαψη των αυγών οι προνύμφες μεγαλώνουν καταναλώνοντας το περιεχόμενο του ξενιστή. Μετά τα προνυμφικά στάδια το παρασιτοειδές νυμφώνεται κάτω από το ασπίδιο του ξενιστή. Μετά την έξοδο του ενηλίκου από τον ξενιστή εκείνος πεθαίνει. Με τον τρόπο αυτό τα παρασιτοειδή συμβάλλουν στον έλεγχο του πληθυσμού των κοκκοειδών και τη διατήρησή του σε χαμηλά επίπεδα.
ΔΡ. ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΑΤΑΣΙΟΥ-ΔΡ. ΗΛΙΑΣ ΚΑΛΦΑΣ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ