Η αμυγδαλιά κατάγεται από τη νοτιοδυτική Ασία και την ανατολική Μεσόγειο από όπου και διαδόθηκε κυρίως σε ξηρικές και ημιξηρικές περιοχές του κόσμου, έχοντας μεγάλη οικονομική και θρεπτική σημασία. Στην παρούσα εργασία εντοπίστηκαν 45 τοπικές ποικιλίες/επιλογές, εκ των οποίων αξιολογήθηκαν και περιγράφονται φαινοτυπικά χαρακτηριστικά φύλλων και καρπών σε 37 από αυτές.
Η μελέτη έγινε σε περιοχές της ηπειρωτικής (Γρεβενά, Μαγνησία και Θήβα) και νησιωτικής (Άνδρο, Ικαρία, Λήμνο, Χίο και Κρήτη) Ελλάδας. Αξιολογήθηκαν ποικιλίες που στο παρελθόν είχαν μεγάλη οικονομική σημασία όπως ‘Ροδακινάτο’ στην Ικαρία, ‘Αγιοργήτικο’, ‘Βουλάτο’ και ‘Κατσουνάτη’ στην Χίο, ‘Αφράτο’ και ‘Καρυδάκι’ Λήμνου, ‘Μπαμπάτσικο’ και ‘Μπέλου’ Μαγνησίας, καθώς και επιλογές χωρίς ονομασία. Για το διαχωρισμό μίας ποικιλίας σημαντικά χαρακτηριστικά αποτελούν η αντοχή στη θραύση του κέλυφους, το μέγεθος, το σχήμα και η πικρότητα της ψίχας. Σημαντικά αγρονομικά χαρακτηριστικά είναι η αυτογονιμότητα και ο όψιμος χρόνος άνθησης. Η καταγραφή των χαρακτηριστικών μίας ποικιλίας αποτελεί προϋπόθεση για τον εντοπισμό και τη διάσωσή τους.
Εισαγωγή
Η αμυγδαλιά, P. dulcis (Mill.) D.A. Webb (syn. Amygdalus communis L. and Prunus communis Archang) (Rosaceae) κατάγεται από τη νοτιοδυτική Ασία και την ανατολική Μεσόγειο (Ladizinsky, 1999) από όπου και διαδόθηκε κυρίως σε ξηρικές και ημιξηρικές περιοχές του κόσμου με τον άνθρωπο. Είναι ένα από τα πρώτα καλλιεργούμενα είδη στον αρχαίο κόσμο με ευρήματα που υποδεικνύουν την καλλιέργεια του περίπου 6300-5300 χρόνια π.Χ. (Zohary et al., 2012).Κατά τους κλασσικούς χρόνους, τα «αμύγδαλα της Νάξου» αποτελούσαν το δημοφιλέστερο ξηρό καρπό. Σε πολλά μέρη της Ανατολής η Αμυγδαλιά ήταν γνωστή με το όνομα «Αθασία» από όπου προέκυψε εκ παραφθοράς το όνομα της τιμώμενης από τους αρχαίους «Θασίας Αμυγδαλής». Είναι δένδρο με σημαντική οικονομική σημασία, αφού ο καρπός της είναι πολύ γευστικός και θρεπτικός (Drogoudi et al., 2012), καθώς και τα αμύγδαλα έχουν πολλές εφαρμογές στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική. Η αμυγδαλιά διαθέτει μεγάλη αντοχή στην ξηρασία και αναπτύσσεται σχεδόν σε όλα τα είδη εδαφών, ακόμη και σε πετρώδη και με μεγάλη κλίση εδάφη, αποτελώντας μέρος του φυσικού τοπίου σε άνυδρες και ξηρικές περιοχές και προστατεύοντας το χώμα από τη διάβρωση (Homet-Gutiérrez et al., 2015). Οι ιδανικότερες κλιματολογικές συνθήκες για την καλλιέργεια της αμυγδαλιάς είναι οι μεσογειακές έχοντας μικρές απαιτήσεις σε ψύχος για τη διάσπαση του ληθάργου, ενώ απαιτεί άνοιξη χωρίς παγετούς λόγω της πρώιμης άνθησης. Το άνθος της αμυγδαλιάς παρουσιάζει συνήθως το χαρακτηριστικό του ασυμβίβαστου που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία διαφορετικών φαινοτύπων και ποικιλιών. Γι’ αυτό υπάρχει μεγάλη παραλλακτικότητα στα χαρακτηριστικά των αμυγδάλων που συναντώνται σε διαφορετικές περιοχές. Τα κύρια εμπορικά χαρακτηριστικά του αμυγδάλου επικεντρώνονται στο μέγεθος, το σχήμα και την ύπαρξη πικρότητας στην ψίχα (Socias i Company et al., 2008).
Οι ποικιλίες/ γενότυποι επίσης παρουσιάζουν μεγάλη παραλλακτικότητα ως προς τη σκληρότητα του κέλυφους, από πολύ σκληρό μέχρι απαλό έως και τσιπάτο, γνωστού και ως αφράτου, χαρακτηριστικό σημαντικό στο παρελθόν καθώς η εξαγωγή του πυρήνα γινόταν με το χέρι. Καταγράφηκαν αυτόστειρες και λιγότερο συχνά αυτογόνιμες ποικιλίες, γενετικό χαρακτηριστικό πολύ σημαντικό γιατί προσδίδει σταθερότητα στην παραγωγή.
Επίσης διαφέρουν ως προς τον χρόνο άνθησης μέχρι και ένα μήνα, επίσης χαρακτηριστικό με μεγάλη εμπορική σημασία για την αποφυγή ανοιξιάτικων παγετών (Χατζηχαρίσης, 2015). Η ευρεία χρησιμοποίηση μικρού αριθμού εμπορικών ποικιλιών ανά τον κόσμο οδήγησε στο να χαθούν οι παραδοσιακές ποικιλίες. Στην Καλιφόρνια, είχαν καταγραφεί περισσότερες από 100 διαφορετικές ποικιλίες στις αρχές του 1900, και μόλις δύο ποικιλίες (‘Νonpareil’ και ‘Mission’) επικράτησαν στα μέσα του αιώνα (Gradziel et al., 2017). Σε κάθε περιοχή της Ελλάδας οι κάτοικοι έχουν να υποδείξουν κάποια αμυγδαλιά με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά επικράτησαν επίσης δύο ποικιλίες (‘Ferragnes’ και ‘Ferraduel’), με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την όψιμη άνθηση. Μία από τις ποιο γνωστές και ευρέως καλλιεργούμενη Ελληνική ποικιλία αμυγδαλιάς είναι η ‘Ρέτσου’, απαλοκέλυφη ποικιλία με ανθεκτικότητα στην ξηρασία, που πήρε το όνομα από τον παραγωγό που την εντόπισε.Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η δημιουργία ενός καταλόγου με τα χαρακτηριστικά νεαρών βλαστών, φύλλων και καρπών τοπικών ποικιλιών/ επιλογών αμυγδαλιάς, κάτι που θα μπορεί να αποτελεί σημείο αναφοράς για τη διάσωσή τους. Επίσης έγινε γενοτυπικός χαρακτηρισμός των ποικιλιών/ επιλογών συσχετίζοντάς τους με άλλες ξενικές ποικιλίες, καθώς και βιοχημικός χαρακτηρισμός των καρπών ως προς τη συγκέντρωση συνολικών φαινολών, αντιοξειδωτικής ικανότητας και λιπαρών οξέων (δεδομένα δεν παρουσιάζονται).
Μεθοδολογία
Καταγράφηκαν 45 τοπικές ποικιλίες/επιλογές αμυγδαλιάς όπως παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Οι φαινοτυπικοί χαρακτήρες βλαστών και καρπών καταγράφηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες του CPVOTP/056/1 (Πίνακας 2). Οι διαστάσεις των φύλλων χρησιμοποιήθηκαν για τον χαρακτηρισμό του μήκους (μικρό< 7,2 εκ., μέσο= 7,3-9,4 εκ., μεγάλο>9,5 εκ.), πλάτους (στενό< 2,5 εκ., μέτριο= 2,6-3,2 εκ, φαρδύ> 3,3 εκ.) του ελάσματος και του μήκους του μίσχου (μικρό< 2 εκ., μέσο= 2-3 εκ., μεγάλο> 3 εκ.) (Voltas et al., 2006).
Περιγραφές ποικιλιών αμυγδαλιάς
‘Ρέτσου’ Η ποικιλία Ρέτσου πήρε το όνομα απο τον ιδιοκτήτη του κτήματος όπου βρέθηκε (Ρέτσος) το μητρικό δένδρο, από τον καθηγητή της δενδροκομίας του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κο Θρασύβουλο Ραπτόπουλο. Είναι απαλοκέλυφη ποικιλία κα οψιμανθής. Κατάλληλες επικονιάστριες ποικιλίες είναι η ‘Ferragnes’ και η ‘Τexas’. Παρουσιάζει ανθεκτικότητα στη ξηρασία, έχει μεγάλη και σταθερή παραγωγικότητά και έχει όψιμη άνθηση (περίπου 3 ημέρες μετά την Τexas). Τα κυριότερα μειονεκτήματά που ήταν η ευπάθεια στη μονίλια και στη σκωρίαση) και εχθρούς (ευρύτομο και αφίδες). Ανθίζει πολύ όψιμα, Ωριμάζει αρκετά πρώιμα (15 ημέρες πριν απο την Τexas). Ποσοστό ψίχας κυμαίνεται από 52 έως 64% (κατα μέσο όρο 51%), ποσοστό διπλών σπερμάτων περίπου 13% , Ημιαπαλοκέλυφη ποικιλία με γεύση ψίχας (σπέρμα) πολύ καλή.
1.1 Γρεβενά
Πραγματοποιήθηκε γενοτυπικός και φαινοτυπικός χαρακτηρισμός σε τρεις επιλογές αμυγδαλιάς στο χωριό Τρικοκκιά Γρεβενών με την καθοδήγηση του κ. Χρήστου Μακρή, προέδρου της κοινότητας. Οι καρποί των επιλογών που μελετήθηκαν ήταν σκληροκέλυφοι και η ψίχα είχε μεσαίο ή μεγάλο μέγεθος και ενδιάμεση γεύση (Πίνακας 1). Στις επιλογές δόθηκε το όνομα του χωριού της Τρικοκκιάς.
Πίνακας 1. Τόπος προέλευσης, ονομασία, φυσικά χαρακτηριστικά και χρόνος ωρίμανσης καρπού τοπικών ποικιλιών κερασιάς. Προέλευση Ονομασία Αντοχή στη θραύση Μέγεθος ψίχας Σχήμα ψίχας, Γεύση ψίχας.
Πίνακας 2. Φαινοτυπικά χαρακτηριστικά και βαθμονόμηση που έγινε στις τοπικές ποικιλίες/ επιλογές αμυγδαλιάς, σύμφωνα με τον οδηγό CPVO-TP/056/1.
1.2 Θήβα
Στο παρελθόν αναφέρεται πως η αμυγδαλιά ήταν μια από τις κύριες καλλιέργειες στην περιοχή της Θήβας. Σήμερα συναντώνται παλαιοί οπωρώνες αμυγδαλιάς, στους οποίους εφαρμόζονται βασικές καλλιεργητικές φροντίδες χωρίς να είναι αρδευόμενοι. Οι καρποί είναι εμπορεύσιμοι και διατίθενται στην τοπική αγορά. Πραγματοποιήθηκε γενοτυπικός και φαινοτυπικός χαρακτηρισμός όσον αφορά φύλλα, βλαστούς και καρπούς σε 15 επιλογές αμυγδαλιάς στην ευρύτερη περιοχή του χωριού της Ξηρονομής του Νομού Βοιωτίας στο Δήμο Θηβαίων, με την καθοδήγηση παραγωγών της περιοχής.
1 Hπειρωτική Ελλάδα
1.3 Μαγνησία
Οι ποικιλίες ‘Μπαμπάτσικο’ και ‘Μπέλου’ είναι τοπικές ποικιλίες με μακρά αναφορά καλλιέργειας στην περιοχή των Καναλίων Μαγνησίας, όπως αναφέρει ο φυτωριούχος κ. Στέφανος Ράμπος. Σήμερα απομένουν μόλις μερικά δένδρα αυτών των ποικιλιών.
‘Μπαμπάτσικο’ Σκληροκέλυψη με μέσο μέγεθος ψίχας και γλυκιά γεύση.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μέσο (7,4 εκ.), Πλάτος= Στενό (1,9 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Πολύ επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μικρό (1,3 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 8,4 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Παχύ, Αντοχή στη θραύση= Πολύ μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μέση.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μέσο (1,4 γρ), % επί του καρπού= 16,9%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Σκούρο, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Μπέλου’ Σκληροκέλυψη με μικρό μέγεθος ψίχας και πολύ γλυκιά γεύση.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Απούσα ή πολύ ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μέσο (8,1 εκ.), Πλάτος= Στενό (2,1 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Πολύ επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,6 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 4,6 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Στενό, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Συμπιεσμένο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ωοειδές, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Παχύ, Αντοχή στη θραύση= Μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,1 γρ), % επί του καρπού= 24,2%, % διπλών σπερμάτων: 13,3%; Ένταση του καφέ χρώματος= Σκούρο, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Πολύ γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς. Άλλες τοπικές ποικιλίες: Υπάρχουν αναφορές για αμυγδαλιές με τις ονομασίες ‘ΝΟΥΛΑ’ Συκούριο Λάρισας και ‘ΒΟΛΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟ’ στην περιοχή Καναλίων Μαγνησίας.
2 Νησιωτικές περιοχές
2.1 Άνδρος
Οι κάτοικοι του νησιού δεν ξεχώριζαν ποικιλίες με ονομασίες, όπως έγινε σε άλλες περιοχές( πχ ‘Ροδακινάτο’ στην Ικαρία κ.α.). Αναφέρουν πως πρόκειται για δένδρα παλαιά τα οποία καταγράφηκαν σε αυλές σπιτιών ή δρόμους, τα οποία δεν δέχονταν καλλιεργητικές φροντίδες. Έγιναν δειγματοληψίες για γενετική ταυτοποίηση και χαρακτηρισμό των βλαστών και φύλλων σε τέσσερις συλλογές, τις οποίες υπόδειξαν κάτοικοι του νησιού πως έχουν καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά καρπού, στα οποία και δόθηκαν οι ονομασίες: ‘Πικραμύγδαλο Κόχυλος’, ‘Αφράτο Κόχυλος’, Σιδεράτο Κόχυλος’ (από τον κάτοικο του νησιού κ. Άγγελο Ψυχάκη, Κόχυλος) και Άφράτο Μέσα Βουνί’ (κ. Βασίλειος Στρατής, Μέσα Βουνί).
2.2 Ικαρία
‘Ροδακινάτο’ Αναφέρεται πως στο παρελθόν το ‘Ροδακινάτο’ ήταν κύριο προϊόν παραγωγής στην Ικαρία, μαζί με το αχλάδι ποικ. ‘Στραβοράδι’ και το βερίκοκο ποικ. ‘Καϊσι Ικαρίας’. Τα παραπάνω είδη εξάγονταν σε αγορές της Σμύρνης και της Αθήνας. Η ποικιλία αμυγδαλιάς ‘Ροδακινάτο’ είναι απαλοκέλυψη κάτι που επιτρέπει την εύκολη εξαγωγή της ψίχας κάτι που στο παρελθόν γινόταν με το χέρι. Σήμερα υπάρχουν αρκετά δένδρα αυτής της ποικιλίας. Η αξιολόγηση αυτής της ποικιλίας έγινε σε δένδρα που διατηρούνται στο κτήμα του κ. Σπύρου Γιαννούζου, στο Αυλάκι Ικαρίας.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μεγάλο, Παρουσία ανθοκυάνης= Ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (9,7 εκ.), Πλάτος= Φαρδύ (3,4 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Πριονωτές, Μίσχος: μήκος= Μικρό (1,9 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 2,4 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Στενό, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Επίμηκες, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Λεπτό, Αντοχή στη θραύση= Μικρή, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,1 γρ), % επί του καρπού= 22,8%, % διπλών σπερμάτων: 0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Γλυκιά , Αμυγδαλίνη= Χωρίς. Άλλες τοπικές συλλογές: Τοπικοί γενότυποι χαρακτηρίστηκαν τα ‘Καταφύγι’ και ‘Καραπέτη’ (με ονόματα που δόθηκαν από την περιοχή ή τον παραγωγό).
2.3 Κρήτη
Ως αξιόλογο γενότυπο αμυγδαλιάς αναφέρεται η επιλογή ‘Φίλιπποι’ το οποίο ξεχώρισε ο. κ. Γιώργο Κολιοροδάκης (λέκτορας στο Τμήμα Γεωπονίας, Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο) ως προς την αντοχή του σε αντίξοες συνθήκες ανάπτυξης. Ο καρπός του είναι ημίσκληρος και ωριμάζει στο τέλος Ιουλίου. Έγινε μόνο γενοτυπικός χαρακτηρισμός αυτής της επιλογής. Κατά τη διάρκεια μελέτης που έγινε τα έτη 2007-2010 στα πλαίσια του έργου ‘SAFENUT’ με επιστημονικά υπεύθυνο τον Δρ. Ι. Μετζιδάκη (Ινστιτούτο Υποτροπικών και Ελαίας ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ) είχαν συλλεχθεί και αξιολογηθεί οι παρακάτω ποικιλίες/ γενότυπο αμυγδαλιάς:
1. ‘Αθάλια’, έχει καρπό στενόμακρο, αιχμηρό στην άκρη, με σκληρό κέλυφος και αμύγδαλο μικρό. Παράγει πολύ καλά σε ξηρά και άγονα εδάφη (Οικονομίδης, 1950).
2. ‘Πετραμύγδαλο’, μεγάλου μεγέθους και σκληροκέλυφα
3. 4 συλλογές από το χωριό Κάνδανος, Καρπός από την επιλογή Νο 2 είχε ιδιαίτερα υψηλή συγκέντρωση πρωτεΐνης (Drogoudi et al., 2012). ‘
4. ‘Λακονιάτικα’,
5. 2 επιλογές από τη Σιτία.
Ο Χουστουλάκης (2021) αναφέρει πως τα αμύγδαλα ‘Αθάλια’ δίνονταν ως πρώτο κέρασμα σε γάμους βαφτίσεις κλπ. Επίσης ως τοπική ποικιλία της Κρήτης αναφέρονται και τα ‘Σαμιώτικα’ με επίμηκες σχήμα και μεγάλου μεγέθους με μυτερή άκρη με παρόμοια γεύση με τα ‘Αθάλια’. Στο παρελθόν τα αμύγδαλα τα έτρωγαν με σταφίδες και «κεφτέρια» (ξεραμένη μουσταλευριά σε σχήμα ρόμβου), καθώς και ως περασμένα σε κλωστή και βουτηγμένα στη μουσταλευριά που ονομάζονταν «ζόγιες», και είχαν περίπου κυλινδρικό, και ακανόνιστο σχήμα.
2.4 Λήμνος
Η καλλιέργεια της αμυγδαλιάς είχε σημαντική οικονομική σημασία για τη Λήμνο μέχρι και τη δεκαετία του 80, όταν οι τιμές πώλησης των καρπών έπαψαν να είναι ανταγωνιστικές. Σήμερα σημαντικός αριθμός κτημάτων και δένδρων αμυγδαλιάς υπάρχουν εγκαταλελειμμένα κυρίως στις περιοχές Κάσπακα, Αρδές και Αγίου Δημητρίου και αποτελούν μέρος του φυσικού τοπίου αφού τα δένδρα αντέχουν χωρίς καμία καλλιεργητική φροντίδα. Σημαντικές ζημιές προκαλούν τα κουνέλια.
Οι καρποί καταναλώνονται εκτός από ξεροί αλλά και νωποί (το νεαρό αναπτυσσόμενο καρπίδιο), με την ονομασία ‘τσάγλες’ μέχρι και σήμερα. Τοπικές συνταγές χρησιμοποιούν το αμύγδαλο ως βάση όπως τα ‘αμυγδαλωτά’ και τα ‘βενιζελικά’ που πήραν το όνομά τους από τον Ε. Βενιζέλο καθώς αναφέρεται πως τον εντυπωσίασαν όταν επισκέφτηκε το νησί κατά την περίοδο απελευθέρωσης του το 1920, ενώ πριν αυτά τα γλυκά δεν είχαν όνομα.
‘Καρυδάκι’
Παραδοσιακή και κύρια καλλιεργούμενη ποικιλία της Λήμνου. Η ψίχα έχει στρογγυλό σχήμα και μεγάλο ποσοστό διπλών καρπών, χαρακτηριστικά που αν και δεν είναι επιθυμητά για νωπή κατανάλωση, αλλά βοηθούν τον καταναλωτή να τα ξεχωρίσει και επιλέξει λόγω της πολύ γλυκιάς γεύσης τους.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μεγάλο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (10,1 εκ.), Πλάτος= Μέτριο (3,0 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Πολύ επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Πριονωτές, Μίσχος: μήκος= Μικρό (1,8 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 2,4 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Πλατύ, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Συμπιεσμένο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Στρογγυλό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Μέσο, Αντοχή στη θραύση= Μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Πολύ μικρό (1,5 γρ), % επί του καρπού= 31,6%, % διπλών σπερμάτων: 52,9%; Ένταση του καφέ χρώματος= Μέσο, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Πολύ γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Αφράτο’ (‘Αφράτο Λήμνου’) Παραδοσιακή και κύρια καλλιεργούμενη ποικιλία της Λήμνου.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης=Ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μικρό (7,0 εκ.), Πλάτος= Μέτριο (2,6 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Ελαφρά επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,4 εκ.) 23Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 1,8 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Στενό, Μήκος/πλάτος σε πλάγια όψη= Επίμηκες, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Στρογγυλό, Πάχος του ενδοκαρπίου= Λεπτό, Αντοχή στη θραύση= Απούσα ή πολύ μικρή, Ανάπτυξη της καρίνας= Μέση.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό, % επί του καρπού= 51,7%, % διπλών σπερμάτων: 13,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Ψευτο-Τέξας’ Αποτελέσματα γενετικής ανάλυσης χρησι-μοποιώντας δείκτες SSR, έδειξαν πως η ποικιλία ‘Ψευτο-Τέξας’ έχει το χαρακτηριστικό του αυτογόνιμου (αδημοσίευτα δεδομένα I. Eduardo, IRTA, Ισπανία), χαρακτηριστικό που προσδίδει σταθερή παραγωγή και έχει μεγάλη οικονομική σημασία.
Εντοπίστηκε στο κτήμα του γεωπόνου κ. Φάνη Καρανικόλα, κοντά στην πόλη της Μύρινα.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μέσο (9,3 εκ.), Πλάτος= Μέτριο (2,9 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,1 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 3,9 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Πλατύ, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Συμπιεσμένο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ωοειδές, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Παχύ, Αντοχή στη θραύση= Μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,0 γρ), % επί του καρπού= 25,0%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Έντονη, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Τουρκάκι’(Συνώνυμο ‘Πικραμύγδαλο Τουρκάκι’)
Εντοπίστηκε στο κτήμα του γεωπόνου κ. Φάνη Καρανικόλα, κοντά στην πόλη της Μύρινα.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μεγάλο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μικρό (5,4 εκ.), Πλάτος= Στενό (2,4 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μικρό (1,2 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 3,4 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Μήκος/πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ωοειδές, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Μέσο, Αντοχή στη θραύση= Πολύ μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Πολύ μικρό (0,7 γρ), % επί του καρπού= 19,0%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Πολύ πικρή, Αμυγδαλίνη= Έντονη.
‘Παπούτσα μεγάλη’
Mε τη ονομασία ‘Παπούτσα’ είναι γνωστά τοπικά αμύγδαλα στη Λήμνου με σχήμα πλατύ και μεγάλο.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μικρό, Παρουσία ανθοκυάνης=Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μέσο (9,0 εκ.), Πλάτος= Μέτριο (2,6 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,2 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 6,3 γρ., Μήκος= Μακρύ, Πλάτος σε πλάγια όψη= Πλατύ, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Επίμηκες, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Μυτερό, Πάχος του ενδοκαρπίου= Παχύ, Αντοχή στη θραύση= Πολύ μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μέση.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μεγάλο (1,3 γρ), % επί του καρπού= 21,0%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Μέσο, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Έντονη, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Ελάχιστη.
‘Παπούτσα μικρή’
Ο γεωπόνος κ. Φάνης Καρανικόλας μας υπέδειξε την ‘
Παπούτσα μικρή’ με μικρότερο μέγεθος από τη μεγάλη και πεπλατυσμένο σχήμα.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μικρό, Παρουσία ανθοκυάνης=Ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μέσο (8,0 εκ.), Πλάτος= Στενό (2,2 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Πολύ επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μεγάλο (3,5 εκ.) Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 2,7 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Στενό, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Επίμηκες, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Λεπτο, Αντοχή στη θραύση= Μέση, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,0 γρ), % επί του καρπού= 38,0%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
2.5 Χίος
Η καλλιέργεια της αμυγδαλιάς είχε σημαντική εμπορική σημασία από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι τις δεκαετίες του 70-80. Σήμερα η καλλιέργεια της είναι περιορισμένη ενώ οι αμυγδαλιές αποτελούν βασικό μέρος του φυσικού τοπίου μαρτυρώντας τον εγκλιματισμό αυτού του είδους στο νησί της Χίου.
Οι κάτοικοι αναφέρουν τοπικές ποικιλίες με περιγραφικές ονομασίες πχ ‘Πικραμύγδαλο αφράτο’ και ‘Πικραμύγδαλο σιδεράτο’, αλλά και άλλες όπως ‘Αγιοργήτικο’, ΄Βουλάτο’ (‘Χιώτικο’) κ.α.
Αναφέρεται πως στο παρελθόν πωλούνταν και καταναλώνονταν εκτός από το ξηρό καρπό αλλά και τα ‘τσάγαλα’ που ήταν πράσινα μικρά καρπίδια αμυγδαλιάς τα οποία πωλούνται ως σνακ, όπως το πασατέμπο. Τα αμύγδαλα καταναλώνονται για την παρασκευή παραδοσιακών γλυκών που είναι τα ‘μασουράκια Χίου’ και τα ‘αμυγδαλωτά’ τα τελευταία είναι κλασικό κέρασμα σε αρραβώνες, γάμους, βαφτίσια και κάθε είδους γιορτή, καθώς σύμφωνα με τα ελληνικά έθιμα συνηθίζεται να προσφέρονται λευκά γλυκά σε χαρές. Επίσης, από αμύγδαλα παρασκευάζεται το ποτό σουμάδα ένα λευκό αναψυκτικό ποτό, που προέρχεται από γαλάκτωμα αμυγδάλου και επίσης προσφέρεται σε γάμους κτλ. Στην αρχαιότητα το ποτό σουμάδα ήταν γνωστό ως θιάσιον ή θιάσον (από τα αθάσια, που είναι τα αμύγδαλα) και στους βυζαντινούς χρόνους ως θασόρροφον.
‘Αγιοργήτικο’ (‘Αγιοργούσικο’)
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Ηλία Μουστρίδη, στα Μεστά, Χίου
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης=Ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μικρό (6,0 εκ.), Πλάτος= Μέτριο (3,0 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Ελαφρά επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,8 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 2,6 γρ., Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Μυτερό, Πάχος του ενδοκαρπίου= Λεπτό, Αντοχή στη θραύση= Μέση, Ανάπτυξη της καρίνας= Μέση.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,1 γρ), % επί του καρπού= 43,0%, % διπλών σπερμάτων: 9,1%; Ένταση του καφέ χρώματος= Μέσο, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Βουλάτο’ (Συνώνυμα ‘Χιώτικο Αφράτο’ ή ‘Βολάτο’)
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Ηλία Μουστρίδη, στα Μεστά, Χίου.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μεγάλο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (10,8 εκ.), Πλάτος= Μέτρια (2,8 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Πολύ επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μεγάλο (3,9 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 3,3 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Πλατύ, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ωοειδές, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Λεπτό, Αντοχή στη θραύση= Μικρή, Ανάπτυξη της καρίνας= Μεγάλη.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,4 γρ), % επί του καρπού= 42,5%, % διπλών σπερμάτων: 10,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Ενδιάμεση, Αμυγδαλίνη= Ελάχιστη.
‘Κατσουνάτη’
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Ηλία Μουστρίδη, στα Μεστά, Χίου.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (10,2 εκ.), Πλάτος= Φαρδύ (3,7 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,9 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 2,7 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Στενό, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Επίμηκες, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Μέσο, Αντοχή στη θραύση= Απούσα ή πολύ ελαφρά, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μέσο (1,1 γρ), % επί του καρπού= 40,1%, % διπλών σπερμάτων: 10,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Ενδιάμεση, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
‘Πικραμύγδαλο Αφράτο’
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Νίκου Κίλλη, στον Άγιο Γεώργιο Συκούση, Χίου.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (10,8 εκ.), Πλάτος= Φαρδύ (3,5 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,7 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 5,6 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Πλατύ, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Συμπιεσμένο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Στρογγυλό, Σχήμα της κορυφής= Στρογγυλό, Πάχος του ενδοκαρπίου= Μέσο, Αντοχή στη θραύση= Μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μέση.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μέσο (1,4 γρ), % επί του καρπού= 26,8%, % διπλών σπερμάτων: 0,0%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Πολύ πικρή, Αμυγδαλίνη= Έντονη.
‘Πικραμύγδαλο Σιδεράτο’
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Γιώργου Μυσεντή, στα Αυγώνυμα, Χίου
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Μέτρια.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (7,4 εκ.), Πλάτος= Φαρδύ (3,7 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Ελαφρά επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Πριονωτές, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,0 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= Μήκος= Κοντό, Πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Μήκος/πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Παχύ, Αντοχή στη θραύση= Πολύ μεγάλη, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μέσο, % επί του καρπού= %, % διπλών σπερμάτων: %; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Ελαφρά, Γεύση= Πολύ πικρή, Αμυγδαλίνη= Έντονη.
‘Σιδερένιο γλυκό’ (‘Ελάτης’)
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Γιάννη Γδύση, στην Ελάτη, Χίου.
‘Τσικνίδικο’
Εντοπίστηκε στο κτήμα του παραγωγού κ. Νίκου Κίλλη, στον Άγιο Γεώργιο Συκούση, Χίου.
Βλαστός ενός έτους: Πάχος= Μέσο, Παρουσία ανθοκυάνης= Απούσα ή πολύ ελαφρά.
Φύλλο: Μήκος= Μεγάλο (11,0 εκ.), Πλάτος= Φαρδύ (3,3 εκ.), Αναλογία μήκους/πλάτος= Μέτρια επίμηκες, Οδοντώσεις της περιφέρειας= Στρογγυλεμένες, Μίσχος: μήκος= Μέσο (2,6 εκ.)
Ξηρός καρπός: Μέσο βάρος= 3,2 γρ., Μήκος= Μέσο, Πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Μήκος/ πλάτος σε πλάγια όψη= Μέσο, Σχήμα σε πλάγια όψη= Ελλειπτικό, Σχήμα της κορυφής= Αμβλύ, Πάχος του ενδοκαρπίου= Μέσο, Αντοχή στη θραύση= Μέση, Ανάπτυξη της καρίνας= Μικρή.
Ψίχα (πυρήνας): Μέγεθος= Μικρό (1,3 γρ), % επί του καρπού= 42,2%, % διπλών σπερμάτων: 22,2%; Ένταση του καφέ χρώματος= Ανοιχτό, Ρυτίδωση της επιφάνειας= Μέση, Γεύση= Πολύ γλυκιά, Αμυγδαλίνη= Χωρίς.
Τμήμα Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δένδρων
Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης & Φυτογενετικών Πόρων
Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας
Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός "ΔΗΜΗΤΡΑ"