Ποικιλίες ακτινιδιάς με πράσινο, κίτρινο και κόκκινο χρώμα σάρκας καρπού

Ποικιλίες ακτινιδιάς με πράσινο, κίτρινο και κόκκινο χρώμα σάρκας καρπού

Σχέση του χρώματος της σάρκας με διατροφικά στοιχεία

Για πολλές δεκαετίες στην καλλιέργεια της ακτινιδιάς κυριαρχούσαν οι ποικιλίες με πράσινη σάρκα που ανήκαν στο είδος Actinidia deliciosa. 

Πολύ αργότερα ξεκίνησε μία προσπάθεια για δημιουργία κιτρινόσαρκων ποικιλιών που ανήκουν στο είδος Actinidia chinensis. Η προσπάθεια αυτή φαίνεται ότι προχωρεί και το είδος αυτό των ακτινιδιών γίνεται όλο και πιο γνωστό στις αγορές.

Οι πρασινόσαρκες ποικιλίες του είδους A. deliciosa είναι πλούσιες σε χλωροφύλλη, η οποία έχει πολλές ευεργετικές επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό. Περιέχουν επίσης το καροτινοειδές λουτεΐνη σε πολύ υψηλότερο ποσοστό από τις κιτρινόσαρκες και το οποίο με την ισχυρή αντιοξειδωτική του δράση παρέχει σημαντική προστασία στην ανθρώπινη υγεία. Η υπεροχή των πρασινόκαρπων ποικιλιών σε διαιτητικές ίνες είναι επίσης σημαντική.

Οι κιτρινόσαρκες αν και αναμενόταν να περιέχουν υψηλό επίπεδο καροτενίων, αυτό δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται, εκτός ίσως από τις ποικιλίες που έχουν πολύ βαθυκίτρινο χρωματισμό. Υπερέχουν των πρασινοσάρκων ποικιλιών σε βιταμίνες Α, C και Ε.

Μέσα στα δύο είδη, A. deliciosa και Α. chinensis, εμφανίστηκαν ποικιλίες με κόκκινο χρωματισμό στη σάρκα. Οι ποικιλίες αυτές οφείλουν το κόκκινο χρώμα στις ανθοκυανίνες (ανθοκυάνες), οι οποίες χαρακτηρίζονται από αντιοξειδωτική δραστηριότητα. Έτσι οι ποικιλίες αυτές έχουν αυξημένη αντιοξειδωτική δραστηριότητα, έναντι των πρασινοσάρκων και κιτρινοσάρκων.

Τελευταία, πρασινόσαρκες ποικιλίες με καρπούς λείας επιφάνειας και μικρού μεγέθους (5-12 γρ.) που ανήκουν στα είδη A. rufa και A. arguta άρχισαν να καλλιεργούνται σε μερικές χώρες. Οι ποικιλίες αυτές (Baby kiwi) χαρακτηρίζονται από πολύ υψηλή περιεκτικότητα χλωροφύλλης, λουτεΐνης και βκαροτενίου, στοιχεία βιοενεργά, πολύτιμα στην προστασία του ανθρώπινου οργανισμού.

Πρασινόσαρκες ποικιλίες

Σταθμός στην ιστορία της καλλιέργειας της ακτινιδιάς υπήρξε η δημιουργία το 1920 στη Ν. Ζηλανδία της ποικιλίας Hayward. Η διάδοση της ποικιλίας άρχισε το 1930, πριν ογδόντα χρόνια. Στη μακρά αυτή περίοδο, η ποικιλία Hayward διαδόθηκε ως κύρια ποικιλία, σ’ όλο εκείνο τον κόσμο που οι κλιματικές συνθήκες επιτρέπουν την καλλιέργεια της ακτινιδιάς. Η ποικιλία Hayward, με πράσινο χρώμα σάρκας, ανήκει στο είδος Actinidia deliciosa. Στο ίδιο είδος, με πολύ μικρότερη όμως σημασία, ανήκουν και οι ποικιλίες Bruno, Abbott, Elmwood, Koryoku. Τα τελευταία χρόνια προσετέθηκαν και μερικές άλλες, για τις οποίες καταβάλλονται προσπάθειες να πάρουν μια κάποια θέση στην καλλιέργεια. Η Summerkiwi, που ωριμάζει νωρίς, μέσα στο καλοκαίρι, δίνει τη δυνατότητα στη χώρα μας να απεμπλακεί νωρίς από τις εισαγωγές του νοτίου ημισφαιρίου. Η ποικιλία «Τσεχελίδης» μια Eλληνική μεγαλόκαρπη ποικιλία, 54 με υψηλές προδιαγραφές σε ορισμένα χαρακτηριστικά, διαδίδεται εδώ και μερικά χρόνια σε πολλές περιοχές της χώρας. Εκτός όμως από το είδος Actinidia deliciosa, ποικιλίες με πράσινη σάρκα ανήκουν και σε δύο άλλα είδη, τα Actinidia rufa και Actinidia arguta. Οι καρποί των ειδών αυτών είναι εξαιρετικά μικρού μεγέθους, με μέσο βάρος 5-12 γραμμαρίων. Στο είδος Actinidia rufa αναφέρονται οι ποικιλίες Awaji και Nagano, ενώ στο είδος Actinidia arguta οι ποικιλίες Hirano, Gassan, Issai, Mitsuko και Ananasnaya, γνωστή με την εμπορική ονομασία Baby kiwi. Οι ποικιλίες των ειδών αυτών δεν έχουν χνούδι και η επιφάνεια του καρπού είναι λεία.

Κιτρινόσαρκες ποικιλίες

Τις τελευταίες δεκαετίες μπήκαν στην καλλιέργεια και ποικιλίες με κίτρινο χρώμα σάρκας, οι οποίες ανήκουν στο είδος Actinidia chinensis. Τέτοιες ποικιλίες φαίνεται ότι δημιουργούνται συνεχώς και αξιολογούνται από ένα Κονσόρτσιουμ Κινεζικό – Ιταλικό, γνωστό ως Consorzio Kiwigold (Καταγωγή Κινεζική και ποιότητα Ιταλική). Οι Nishiyama et al. (2005) σε σχετικό δημοσίευμα αναφέρουν τις ακόλουθες επτά κιτρινόσαρκες ποικιλίες: Jiangxi 79-1 (συνών. Koshin ή Red princess), Golden king, Kuimi (συνών. Apple-kiwi ή Kaimitsu), Sanuki gold, Hongyang (συνών. Rainbow red), Kobayashi 39, Hort. 16A (συνών. Zespri gold). Μετά από ένα μακρόχρονο πρόγραμμα φυσικής επιλογής, καθοδηγούμενο από Κινέζους ερευνητές και με τις δοκιμές του Πανεπιστημίου Udine, μια κιτρινόσαρκη ποικιλία ακτινιδιάς εισέρχεται στην καλλιέργεια πολλών χωρών. Είναι η ποικιλία «Jin tao», η οποία έχει διπλάσια βιταμίνη C έναντι της Hayward και υψηλότερο επίπεδο διαλυτών στερεών. Στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια άρχισε να διαδίδεται από ιδιωτικά φυτώρια η κιτρινόσαρκη ποικιλία «Soreli», προϊόν διασταύρωσης των ποικιλιών Α137 x Α134.41 οι οποίες ανήκουν στο είδος A. chinensis. Οι καρποί της ποικιλίας αυτής έχουν σχετικά μικρή διάρκεια συντήρησης 100-120 ημερών, από τα μέσα Σεπτεμβρίου που γίνεται η συγκομιδή. Θεωρείται κατάλληλη για περιοχές όπου υπάρχει σχετικά μικρός αριθμός ωρών χαμηλών θερμοκρασιών.

Κοκκινόσαρκες ποικιλίες

Ενας μικρός αριθμός γενοτύπων των ειδών A. deliciosa και Α. chinensis, παρουσιάζει κόκκινο χρωματισμό. Γενικά ο χρωματισμός παρουσιάζεται στο εσωτερικό του περικαρπίου, αλλά συχνά διαχέεται και στο εσωτερικό του καρπού. Το κόκκινο αυτό χρώμα οφείλεται στην ύπαρξη ανθοκυανινών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από έντονη αντιοξειδωτική δράση. Στους καρπούς που προέρχονται από το είδος A. deliciosa, το μέγιστο των ανθοκυανινών είναι σαν ένας δακτύλιος γύρω από τους σπόρους. Στους καρπούς του Α. chinensis το κόκκινο χρώμα εκτείνεται και στην εξωτερική σάρκα. Οι ανθοκυανίνες των ακτινιδιών βέβαια, είναι πολύ λιγότερες από ότι σε πολλά Berry fruit. Γενότυπος του Α. chinensis περιείχε 14 mg ανθοκυανίνες σε 100 γραμ. σάρκας, ακριβώς το ένα δέκατο (1/10) του επιπέδου μερικών Blueberries και το ένα δέκατο τέταρτο (1/14) της περιεκτικότητας σε Black raspberries.

Διατροφικά στοιχεία των διαφόρων ειδών ακτινιδίων

Στον όρο «διατροφικά στοιχεία» συμπεριλαμβάνονται τόσο τα θρεπτικά, όσο και τα βιοενεργά στοιχεία. Τα διατροφικά στοιχεία των ακτινιδιών είναι πολλά. Στην παρούσα εργασία θα γίνει αναφορά στη χλωροφύλλη, στα καροτινοειδή και στις βιταμίνες Α, C και Ε.

ακτινιδιο

Χλωροφύλλη

Κατά τους Βάρβογλη και Αλεξάνδρου (1973), η χλωροφύλλη αποτελεί την πράσινη χρωστική των φυτών και βρίσκεται σε όλα τα πράσινα μέρη αυτών. Συνοδεύεται δε και από κίτρινες χρωστικές, τα καροτένια και τις ξανθοφύλλες. Το μίγμα των κίτρινων χρωστικών και της χλωροφύλλης αποτελεί τη χρωστική των χλωροπλαστών. Η χλωροφύλλη είναι ένα μίγμα δύο σωμάτων, τα οποία δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Είναι η κυανοπράσινη χλωροφύλλη με την ονομασία χλωροφύλλη-α και η κιτρινοπράσινη χλωροφύλλη-β, σε μια αναλογία περίπου 3:1. Η χλωροφύλλη-α κατά τον Καββάδα έχει το χημικό τύπο C55 H72 O5 N4 Mg και η χλωροφύλλη-β τον τύπο C55 H70 O6 N4 Mg και σχηματίζεται από την -α δια μετατροπής της μεθυλενικής ομάδας σε καρβονυλική. Και οι δύο χλωροφύλλες περιέχουν στο μόριό τους μαγνήσιο. Το μαγνήσιο, το οποίο κατέχει το κέντρο του μορίου της χλωροφύλλης, αποτελεί κομβικό στοιχείο της χλωροφύλλης και περιέχεται κυρίως στις πρασινόσαρκες ποικιλίες ακτινιδιάς.

Η ιδιότητα του μαγνησίου να δρα υπακτικά (κατά της δυσκοιλιότητας), το καθιστά πολύτιμο στοιχείο, ένεκα του οποίου τα ακτινίδια με πράσινη σάρκα, καταναλώνονται από άτομα ιδίως προχωρημένης ηλικίας, τα οποία συνήθως αντιμετωπίζουν προβλήματα δυσκοιλιότητας. Βέβαια το μαγνήσιο δεν είναι το μόνο υπακτικό στοιχείο των ακτινιδιών, συμβάλλουν και άλλα στοιχεία και κυρίως οι διαιτητικές ίνες, όμως αυτό είναι το βασικό. Το μαγνήσιο βέβαια έχει και πολλές άλλες ευεργετικές ιδιότητες στον ανθρώπινο οργανισμό, γι’ αυτό και του προσέδωσαν την επωνυμία «το στοιχείο της ζωής».

  • Η χλωροφύλλη οφείλει εν μέρει την υπεροχή της στο άτομο του μαγνησίου το οποίο φέρει στο κέντρο του μορίου της. Το στοιχείο μαγνήσιο παίζει ενδιαφέροντα ρόλο στα 325 διαφορετικά ενζυμικά συστήματα και βοηθάει στον έλεγχο σχεδόν κάθε ενός των ζωτικών μας οργάνων. 
  • Η χλωροφύλλη συμβαίνει να είναι το κλειδί για την αύξηση του οξυγόνου στο σύστημά μας. Παίζει επίσης καθοριστικό ρόλο στην ταχύτητα απορρόφησης των αμινοξέων. Η χλωροφύλλη είναι αντιοξειδωτική και αντιερεθιστική και μπορεί να έχει θεραπευτικές ιδιότητες.
  • Βοηθάει στην ανάπτυξη αλλά και στη διόρθωση των ιστών.
  • Βοηθάει στην εξουδετέρωση ρύπων που παίρνει κάθε μέρα ο άνθρωπος δια της αναπνοής και είναι ένα αντίδοτο στους καπνιστές.
  • Έχει βρεθεί ότι είναι πολύ χρήσιμη στην αφομοίωση και χηλοποίηση του ασβεστίου και άλλων μετάλλων.
  • Παρουσιάζει μια δυναμική στη διέγερση (δραστηριοποίηση) των ερυθροκυττάρων για τη βελτίωση της οξυγόνωσης.
  • Με τη συνεργασία και των βιταμινών Α, C και Ε η χλωροφύλλη φαίνεται να βοηθάει στην εξουδετέρωση επικίνδυνων ελευθέρων ριζών οι οποίες καταστρέφουν υγιή κύτταρα.
  • Η χλωροφύλλη είναι αποτελεσματική στον περιορισμό των οσμών από την αναπνοή, από τα ούρα, από τα περιττώματα και από άλλες σωματικές μυρωδιές.
  • Περιορίζει τη δυνατότητα καρκινογένεσης σε διάφορα μεγάλα όργανα του σώματος.
  • Είναι χρήσιμη στο να περιορίζει τις προκαλούμενες από τα οξαλικά άλατα ασθένειες.
  • Έχει κάποια αντι-αθυρωματική δραστηριότητα.
  • Μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία μολυσματικών πληγών.

Η χλωροφύλλη καταστρέφεται με το βράσιμο, καθώς και από την επίδραση μακροχρόνιας ψύξης.

O Bruner (1985) αναφέρει τις κυριότερες πηγές χλωροφύλλης: πράσινες ελιές, σπαράγγια, πράσινες πιπεριές, μπρόκολα, λαχανάκια Βρυξελών, πράσινα λάχανα, πράσινα γογγύλια, σέλινο, φασολάκια, kale (είδος λάχανου), πράσα, μαϊντανός, σπανάκι, φύκια ωκεανών.

Προσθέτουμε στα παραπάνω τα πρασινόσαρκα ακτινίδια για τα οποία θα γίνει λόγος παρακάτω. Θα ήταν όμως παράληψη να μην τονιστεί ότι χωρίς τη χλωροφύλλη δεν θα υπήρχε ζωή, γιατί δεν θα υπήρχε φωτοσύνθεση και φυσικά δε θα υπήρχαν τροφές.

Καροτινοειδή

Στην κατηγορία των καροτινοειδών περιλαμβάνονται διάφορες ουσίες, σπουδαιότερες από τις οποίες είναι τα καροτένια, οι ξανθοφύλλες, η λουτεΐνη και το λυκοπένιο.

Σύμφωνα με τον καθηγητή της χημείας τροφίμων H. Buning Plaue (1996) τα καροτινοειδή είναι λιποδιαλυτές χρωστικές ουσίες ευρέως διαδεδομένες στα φυτά, υπεύθυνες για το χρώμα των καρπών και λαχανικών. Οι ξανθοφύλλες έχουν ανοικτό κίτρινο χρώμα, τα καροτένια βαθύ κίτρινο και το λυκοπένιο κόκκινο χρώμα, το οποίο αποτελεί τη χρωστική της τομάτας.

Τα καροτινοειδή δρουν στα φυτά ως προστατευτικές ουσίες έναντι του ενεργοποιημένου οξυγόνου, το οποίο οδηγεί σε σημαντικές φθορές στα κύτταρα και στο DNA. Προστατεύουν τις μεμβράνες και το DNA από οξειδωτικές επιδράσεις. Με αυτές τις αντιοξειδωτικές ιδιότητες τα καροτινοειδή πιθανολογείται ότι δρουν στους ζωϊκούς και ανθρώπινους οργανισμούς. Σημειώνεται ότι η περιεκτικότητα της τροφής σε λιπαρά επιδρά στην καλύτερη μεταφορά των καροτινοειδών.

Ο παλαιότερος γνωστός αντιπρόσωπος των καροτινοειδών είναι το καροτένιο, λιγότερο ορθά καροτίνιο, στο οποίο οφείλουν και το όνομά τους. Το καροτένιο σύμφωνα με τους Βάρβογλη και Αλεξάνδρου (1973), δεν είναι ενιαίο σώμα, αλλά μίγμα τριών σωμάτων, τα οποία ονομάζονται αντίστοιχα α-, β- και γ- καροτένιο. Η αναλογία τους είναι 10:90:0,1. (το γ αναφέρεται και ως ζ). Εκτός από τις ξανθοφύλλες, μία ισομερής ένωση προς αυτές η λουτεΐνη είναι στοιχείο των ακτινιδιών με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και συζητιέται παρακάτω. Το β-καροτένιο είναι επίσης στοιχείο των ακτινιδιών που θα εξετασθεί.

Μία άλλη ουσία που υπάγεται στα καροτινοειδή και είναι ισομερής του καροτενίου είναι το λυκοπένιο το οποίο είναι η χρωστική της τομάτας, αλλά δεν υπάρχει στα ακτινίδια.

Λουτεΐνη. Οπως αναφέρθηκε είναι ισομερής ένωση προς τις ξανθοφύλλες, με πολύ ισχυρές αντιοξειδωτικές ιδιότητες. Θεωρείται ως ουσία που περιορίζει τους κινδύνους από τον καρκίνο, τις καρδιακές παθήσεις και βοηθάει στην προστασία των οφθαλμών από τον καταρράκτη και τον εκφυλισμό της ωχράς κηλίδας, η οποία οδηγεί στην τύφλωση. Προστατεύει τον αμφιβληστροειδή χιτώνα από την ακτινοβολία μικρού μήκους κύματος (κυανούν φως) και δρα κατά των επικίνδυνων ελευθέρων ριζών που δημιουργούνται από τον συνεχή βομβαρδισμό αυτού του φωτός. Δύο ακτινίδια μετρίου μεγέθους παρέχουν την απαραίτητη λουτεΐνη στον ανθρώπινο οργανισμό.

Ξανθοφύλλες. Είναι οι κατεξοχήν κίτρινες ουσίες των φυτών, φαίνεται ότι είναι μονοαλκοόλες του καροτενίου. Στα ακτινίδια υπάρχουν η βιοξανθίνη και η νεοξανθίνη. Οι ξανθοφύλλες είναι οι ουσίες οι οποίες δεν αντέχουν στις υψηλές θερμοκρασίες και καταστρέφονται κατά 60–100% κατά το βράσιμο, έναντι μόνο 10% του καροτενίου. Βιταμίνες Στα ακτινίδια επικρατούν οι βιταμίνες A, C και Ε. Από αυτές η βιταμίνη C είναι υδατοδιαλυτή, ενώ η Α και η Ε λιποδαλυτές και αξιοποιούνται όταν συνοδεύονται από λιπαρές τροφές, δεδομένου ότι τα ακτινίδια περιέχουν μόνο 1% λιπαρά. Αν και η περιεκτικότητα σε βιταμίνες των ακτινιδίων σε πολλές περιπτώσεις είναι θέμα ποικιλίας, ωστόσο φαίνεται ότι οι κιτρινόσαρκες ποικιλίες υπερτερούν έναντι των πρασινόσαρκων. Σε σχετικό ιταλικό δημοσίευμα (http:// www.kiwigold.it/itaprodoto.htm), αναφέρεται ότι η κιτρινόσαρκη ποικιλία Jin tao έχει διπλάσια βιταμίνη C από την πρασινόσαρκη Hayward. Σε άλλο δημοσίευμα (http:/ www.zesprikiwi.com/nutritioncharts.htm) αναφέρεται ότι μεταξύ της κιτρινόσαρκης και της πρασινόσαρκης Zespri, παρουσιάζονται σημαντικές διαφορές. Στην κιτρινόσαρκη η βιταμίνη Α είναι υπερτετραπλάσια, η βιταμίνη C μιάμιση φορά περισσότερη και η βιταμίνη Ε σχεδόν διπλάσια. Στα ανόργανα θρεπτικά ασβέστιο και σίδηρο, οι πρασινόσαρκες έχουν τριπλάσια ποσότητα, ενώ η περιεκτικότητα σε διαιτητικές ίνες είναι διπλάσια στις πρασινόσαρκες.

Συγκριτικά στοιχεία πρασινοσάρκων και κιτρινοσάρκων ποικιλιών ακτινιδιάς

Οι Nishyama et. al. (2005) μελέτησαν σε είκοσι δύο ποικιλίες ακτινιδιάς προερχόμενες από τέσσερα είδη, καθώς και από διασταυρώσεις μεταξύ των ειδών, την περιεκτικότητα σε χλωροφύλλη -α και -β, σε λουτεΐνη και σε β-καροτένιο. Τα είδη είναι: A. deliciosa με πέντε πρασινόσαρκες ποικιλίες και με την ποικιλία Hayward ως ποικιλία αναφοράς, A. chinensis με επτά ποικιλίες κιτρινόσαρκες, A. rufa με δύο ποικιλίες βαθυπράσινες, A. arguta με πέντε ποικιλίες πρασινόσαρκες, με μία ποικιλία προερχόμενη από τη διασταύρωση των ειδών A. deliciosa x A. chinensis με κιτρινοπράσινο χρώμα και A. rufa x A. deliciosa με δύο ποικιλίες βαθυπράσινου χρώματος σάρκας.

Στους πίνακες που ακολουθούν καταγράφονται τα παρακάτω στοιχεία: Στον Πίνακα 1 το χρώμα, αλλά και η ένταση αυτού στη σάρκα των διαφόρων ποικιλιών, καθώς και το βάρος των καρπών.

Πινακας2

Στον Πίνακα 2 η περιεκτικότητα των διαφόρων ποικιλιών σε -α και -β χλωροφύλλη, σε σύγκριση πάντοτε προς την ποικιλία Hayward, στην οποία η χλωροφύλλη-α αποτελεί το 67,8 % και η χλωροφύλλη-β το 32,2 %, δηλαδή περίπου η αναλογία είναι 3:1, όπως αναφέρει ο Καββάδας. Στον Πίνακα 3 καταγράφεται η περιεκτικότητα των ποικιλιών σε δύο εξαιρετικής διατροφικής αξίας καροτινοειδή, τη λουτεΐνη και το β-καροτένιο.

Πινακας1

Συζήτηση

Από τις ποικιλίες του είδους A. deliciosa η ποικιλία Koryouku με έντονο πράσινο χρώμα σάρκας, διαφοροποιείται σημαντικά τόσο σε σχέση με την ποικιλία αναφοράς Hayward όσο και από τις άλλες ποικιλίες, στην περιεκτικότητα σε α και β χλωροφύλλη, καθώς και στη λουτεΐνη και β-καροτένιο.

Πινακας4

Οι δύο ποικιλίες του είδους A. rufa με το επίσης βαθυπράσινο χρωματισμό της σάρκας παρουσιάζουν υψηλό επίπεδο χλωροφύλλης καθώς και λουτεΐνης και β-καροτενίου. Οι πέντε ποικιλίες του A. arguta, αν και δεν έχουν βαθυπράσινο χρώμα σάρκας, παρουσιάζουν και αυτές υψηλά επίπεδα χλωροφύλλης, λουτεΐνης και β-καροτενίου. Οι ποικιλίες των δύο αυτών ειδών οι οποίες χαρακτηρίζονται από πολύ μικρό μέγεθος καρπού και από έλλειψη χνουδιού στην επιφάνεια του καρπού, έχουν πολύ υψηλά επίπεδα τόσο χλωροφύλλης όσο και λουτεϊνης και β-καροτενίου, που σε μερικές από αυτές είναι και δυόμιση φορές υψηλότερα αυτών της ποικιλίας αναφοράς.

Όλες οι ποικιλίες που ανήκουν στο είδος A. chinensis έχουν κίτρινο χρώμα σάρκας και μερικές βαθυκίτρινο. ΄Ολες οι ποικιλίες έχουν πολύ χαμηλό επίπεδο χλωροφύλλης, ιδίως της χλωροφύλλης-β. ΄Εχουν επίσης πολύ χαμηλό επίπεδο λουτεΐνης, με εξαίρεση την ποικιλία Hongyang, της οποίας το επίπεδο βρίσκεται πολύ κοντά προς αυτό της ποικιλίας αναφοράς. Ως προς το β- καροτένιο η υπεροχή είναι πολύ μικρή. Έτσι ενώ ο μέσος όρος των ποικιλιών του A. deliciosa είναι 1,16 mg, ο αντίστοιχος των ποικιλιών A. chinensis είναι 1,22 mg.

Τα στοιχεία αυτά βρίσκονται σε αρμονία με τις απόψεις του Καββάδα, ότι το κίτρινο χρώμα δεν οφείλεται σε αυξημένη ποσότητα καροτενίου, αλλά στην έλλειψη χλωροφύλλης. ΄Ισως όμως η ένταση του κίτρινου χρώματος να έχει σχέση, δεδομένου ότι η ποικιλία Sanuki gold με το βαθύ κίτρινο χρώμα, έχει την υψηλότερη περιεκτικότητα σε β-καροτένιο. Οι κιτρινόσαρκες ποικιλίες φαίνεται να έχουν κάποια υπεροχή στις βιταμίνες A, C και E, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για τις διαδιδόμενες από το ΚινεζικοΙταλικό κονσόρτσιουμ. Οι κοκκινόσαρκες ποικιλίες, λόγω της ύπαρξης των ανθοκυανινών φαίνεται να υπερέχουν ως προς την αντιοξειδωτική δραστηριότητα των άλλων πρασινόσαρκων και κιτρινόσαρκων.

Συμπεράσματα

Από την αναφορά που έγινε γύρω από τις πρασινόσαρκες, κιτρινόσαρκες και κοκκινόσαρκες ποικιλίες ακτινιδιάς, προκύπτουν ορισμένα συμπεράσματα: Οι πρασινόσαρκες ποικιλίες περιέχουν την πολύτιμη χλωροφύλλη με τις πολλές ευεργετικές επιδράσεις της στον ανθρώπινο οργανισμό. Το μαγνήσιο το οποίο περιέχεται στο μόριο της χλωροφύλλης, σε συνδυασμό με την αυξημένη ποσότητα διαιτητικών ινών, ενεργεί ως φυσικό υπακτικό. Η ιδιότητα αυτή του πρασινόσαρκου ακτινιδιού το καθιστά ιδιαίτερα προσφιλές, ιδίως στους ηλικιωμένους που έχουν πρόβλημα. Πολύ πλούσιες σε χλωροφύλλη είναι οι μικρόκαρπες ποικιλίες που ανήκουν στα είδη A. rufa και A. arguta, μερικές από τις οποίες ήδη άρχισαν να καλλιεργούνται σε χώρες όπως η Ν. Ζηλανδία.

Εκτός από τη χλωροφύλλη, πλούσιες είναι οι πρασινόσαρκες και στο καροτινοειδές «λουτεΐνη». Και εδώ η υπεροχή των ειδών A. rufa και A. arguta είναι μεγάλη. Η λουτεΐνη, με την ισχυρή αντιοξειδωτική της δράση, ασκεί ισχυρή προστασία γενικά στον ανθρώπινο οργανισμό κατά του καρκίνου και ειδικότερα στους οφθαλμούς, προστατεύοντας τον αμφοβληστροειδή από την επίδραση του κυανού φωτός και των επικίνδυνων ελευθέρων ριζών, αποτρέποντας την εκδήλωση του εκφυλισμού της ωχράς κηλίδας και του καταρράκτη.

Ως προς το β-καροτένιο, δεν υστερούν οι πρασινόσαρκες των κιτρινόσαρκων, αντίθετα μάλιστα, οι ποικιλίες που ανήκουν στα είδη A. rufa και A. arguta υπερέχουν σημαντικά των κιτρινόσαρκων.

Οι κιτρινόσαρκες ποικιλίες φαίνεται να υπερέχουν στις βιταμίνες A, C και E. Πολύ σημαντική είναι κυρίως η υπεροχή της βιταμίνης Α. Πρέπει όμως να τονισθεί ότι τόσο η βιταμίνη Α όσο και η Ε, είναι λιποδιαλυτές και για να αξιοποιηθούν από τον οργανισμό του ανθρώπου πρέπει να συνοδεύονται από τροφές λιπαρές.

Οι κοκκινόσαρκες ποικιλίες, ως προερχόμενες από τα είδη A. deliciosa και A. chinensis, έχουν σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά των ειδών αυτών και μόνο ο κόκκινος χρωματισμός που οφείλεται σε ανθοκυάνες, προσθέτει μία αντιοξειδωτική δραστηριότητα, η οποία όπως προαναφέρθηκε είναι μία μέτρια δραστηριότητα.

Μεταξύ των ποικιλιών στα διάφορα είδη, υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Στο είδος π.χ. A. deliciosa η βιταμίνη C είναι πολύ λιγότερη (υποδιπλάσια) των ποικιλιών του 60 είδους A. chinensis. Ωστόσο υπάρχει ποικιλία στο είδος A. deliciosa της οποίας το επίπεδο της βιταμίνης C είναι διπλάσιο της ποικιλίας Hayward που είναι η ποικιλία αναφοράς. Αυτή είναι η ποικιλία «Τσεχελίδης». Επίσης η ποικιλία Koryoku έχει υψηλό επίπεδο χλωροφύλλης, λουτεΐνης και βκαροτένιου σε σύγκριση με τις άλλες ποικιλίες του είδους A. deliciosa.

Η επισήμανση τέτοιων ποικιλιών σε όλα τα είδη, δίνει τη δυνατότητα, είτε της άμεσης χρήσεως των ποικιλιών αυτών με υψηλή διατροφική αξία, είτε της χρησιμοποιήσεώς των ως γενετικό υλικό σε διάφορα βελτιωτικά προγράμματα.

Ο πολύτιμος καρπός του ακτινιδιού με την υψηλή διατροφική του αξία, βελτιούμενος περαιτέρω μέσω διασταυρώσεων και επιλογών, μπορεί να καταστεί ένας από τους κυριότερους φρουρούς της υγείας του ανθρωπίνου γένους, που οι σύγχρονοι έμποροι της διατροφής μεταχειρίστηκαν βάναυσα και προκάλεσαν πολλά δεινά.

 

 

Πηγή

Στυλιανίδης Δ.Κ.1, Σωτηρόπουλος Θ.E.2, Σιμώνης Α.Δ.3 και Ελένη Παπαδοπούλου4 1 Επ. Δ/ντής Ινστιτούτου Φυλλοβόλων Δένδρων 2 Εντεταλμένος Ερευνητής ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., Ινστιτούτου Φυλλοβόλων Δένδρων 3 Επ. Δ/ντής Ινστιτούτου Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης 4 Επίκ. καθηγήτρια Α.Π.Θ.


Εκτύπωση   Email