Η άσπρη στρογγυλή ψώρα (Aspidiotus nerii ή A. hederae) είναι πολυφάγο είδος, ευρέως διαδεδομένο κυρίως στη βόρεια Μεσόγειο. Προσβάλει την ελιά, τα εσπεριδοειδή και πολλά άλλα είδη δένδρων και φυτών.
Το ενήλικο θηλυκό άτομο έχει ανοιχτό γκρίζο – καστανό θαμπό ασπίδιο, διαμέτρου 1,5 – 2,5 mm περίπου με το νυμφικό έκδυμα λίγο έκκεντρο και πιο σκούρο, ενώ το σώμα του κάτω από το ασπίδιο περιβάλλεται από ψευδοασπίδιο και είναι απιόμορφο κίτρινο. Το ενήλικο αρσενικό άτομο είναι πτερωτό με σώμα μήκους 1 – 1,1 mm. Εχει 3 – 4 αλληλεπικαλυπτόμενες γενιές ετησίως και διαχειμάζει ιδίως ως νεαρό, μη γονιμοποιημένο, ενήλικο θηλυκό και ως νύμφη, κυρίως αρσενική 2ου σταδίου. Η άσπρη στρόγγυλη ψώρα αναπαράγεται τόσο εγγενώς, όσο και παρθενογενετικά. Προτιμά τη σκιαζόμενη πλευρά των δένδρων. Συγκεκριμένα στα ελαιόδεντρα έχουν παρατηρηθεί και 3 γενιές.
Αναλόγως της περιοχής και της χρονιάς, το μέγιστο των εκκολάψεων στη περίπτωση των 3 γενιών παρατηρείται συνήθως:
• για τη 1η γενιά, κατά τη χρονική περίοδο μέσα Απριλίου – μέσα Μαΐου,
• για τη 2η γενιά, κτά τη χρονική περίοδο μέσα Ιουλίου – μέσα Αυγούστου, και
• για τη 3η γενιά, κατά τη χρονική περίοδο τέλη Σεπτεμβρίου – μέσα Οκτωβρίου.
Στους καρπούς προκαλεί κηλίδωση στα σημεία που εγκαθίσταται, με συνέπεια την εμπορική τους υποβάθμιση. Σε πρώιμη προσβολή τους, προκαλεί παραμόρφωση και περιορισμό του μεγέθους τους. Σε περιπτώσεις υψηλών πληθυσμών προκαλεί μείωση της ανάπτυξης, παραμόρφωση και πτώση των φύλλων, καθώς και σε εξασθένιση του δένδρου, με δυσμενείς επιπτώσεις στη παραγωγικότητά του. Επίσης, παράγει μελίτωμα, το οποίο ευνοεί την ανάπτυξη καπνιάς και έλκει τα μυρμήγκια.
Για την αντιμετώπιση της άσπρης στρόγγυλης ψώρας απαραίτητη είναι η παρακολούθηση του πληθυσμού της, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί με τους ακόλουθους τρόπους:
• Χρήση κολλητικών παγίδων-ζωνών σε κλαδιά. Παρατηρήσεις και δειγματοληψίες κλαδιών για παρακολούθηση της πορείας εκκόλαψης των ερπουσών.
• Δειγματοληψίες αρχικά τουλάχιστον ανά 2-3 εβδομάδες. Οταν αναμένεται η έναρξη της γενιάς έως και μετά το μέγιστο των συλλήψεων των αρσενικών σε φερομονικές παγίδες, οι δειγματοληψίες γίνονται καθημερινές.
• Χρήση κίτρινων κολλητικών παγίδων για παρακολούθηση της παρουσίαςπτήσης και εκτίμηση της πληθυσμιακής πυκνότητας των παρασιτοειδών.
• Παρακολούθηση της παρουσίας και εκτίμηση της πληθυσμιακής πυκνότητας των αρπακτικών κολεοπτέρων Coccinellidae με παρατήρηση των δένδρων και τακτικά τινάγματα κλάδων τους πάνω από τετράγωνη λευκή επιφάνεια 1m2.
• Εντοπισμός έγκαιρα με οπτική παρατήρηση των θέσεων έναρξης προσβολής στον οπωρώνα. Ελεγχος των καρπών και του οπωρώνα αργά το καλοκαίρι, πριν και κατά τη συγκομιδή. Το κρίσιμο στάδιο για τη καταπολέμηση του εντόμου είναι οι έρπουσες νύμφες του 1ου σταδίου και ενδείκνυται συνδυασμένος έλεγχος της και με άλλους.
Η αντιμετώπιση της είναι δυνατό να πραγματοποιείται με βιολογικά, καλλιεργητικά και χημικά μέτρα. Κάποια από τα καλλιεργητικά μέτρα που είναι δυνατό να εφαρμοστούν είναι το κατάλληλο κλάδεμα διαμόρφωσης, ο περιορισμός άρδευσης και αζωτούχου λίπανσης, η αποκοπή και η καλλιέργεια του εδάφους για ενσωμάτωση των πεσμένων φύλλων. Ενδείκνυται ψεκασμός κατά των ευαίσθητων ερπουσών νυμφών 1ης γενιάς και πριν αυτές δημιουργήσουν το προστατευτικό τους ασπίδιο σε ελαιώνες με ιστορικό σημαντικής προσβολής. Σημαντικός θεωρείται όμως ο ψεκασμός κατά το χρονικό διάστημα τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου, βάσει παρακολούθησης κατά των ερπουσών 2ης γενιάς που προσβάλουν τους καρπούς. Ο ψεκασμός αυτός πραγματοποιείται εάν αναμένεται σοβαρή προσβολή
ΔΡ. ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΑΤΑΣΙΟΥ-ΔΡ. ΗΛΙΑΣ ΚΑΛΦΑΣ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ