Φεϊζόα

Φεϊζόα

Kαθώς η αλλαγή του κλίματος είναι ήδη γεγονός, οι παραδοσιακές καλλιέργειες αντιμετωπίζουν προβλήματα που είτε πρέπει να επιλυθούν άμεσα είτε να βρεθούν νέες δυνατότητες παραγωγής.

Η φεϊζόα, επίσης γνωστή ως γκουάβα ανανά ή γκουαβαστέν, είναι ένα δέντρο της οικογένειας Myrtaceae που προέρχεται από τη Νότια Αμερική. Το δέντρο αυτό καλλιεργείται είτε για τα εντυπωσιακά, βρώσιμα άνθη και τους καρπούς του είτε ως καλλωπιστικό φυτό. Είναι ένα φυτό ξυλώδες, αειθαλές και φτάνει σε ύψος 2-4 μέτρα. Το άνθος έχει ασυνήθιστα έντονο βυσσινί χρώμα με λευκά ροζ σαρκώδη πέταλα. Οι καρποί είναι στρογγυλοί ή ωοειδείς, μήκους 3-8 εκατοστών, χρώματος πράσινου – γκρι, με τραχιά επιφάνεια. Η σάρκα είναι υπόλευκη, ομοιόμορφη ή κοκκώδης, με χαρακτηριστική γλυκιά γεύση, ελαφρώς πικάντικη και ευχάριστο άρωμα.

Περιέχει μεγάλο αριθμό σπερμάτων, μικρού όμως μεγέθους και με γλυκιά γεύση που μπορούν να καταναλωθούν μαζί με τη σάρκα. Οι καρποί μπορούν να συντηρηθούν μέχρι 3 μήνες σε θερμοκρασία 4-5 οC και σχετική υγρασία 95%. Μετά την έξοδο των καρπών από το ψυγείο η ωρίμασή τους ολοκληρώνεται σε 7-14 ημέρες σε θερμοκρασία δωματίου. Είναι είδος που αναπτύσσεται σε εύκρατες, υποτροπικές και τροπικές περιοχές αλλά απαιτεί τουλάχιστον 50 ώρες ψύξη τον χειμώνα και είναι ανθεκτικό στον παγετό. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται κυρίως με εμβολιασμό των σποροφύτων. Η παραγωγή φέρεται σε βλάστηση της τρέχουσας καλλιεργητικής περιόδου και το φυτό δίνει την πρώτη παραγωγή τον τρίτο περίπου χρόνο από τη φύτευση και πλήρη παραγωγή το δέκατο έτος. Η παραγωγική ζωή του φυτού είναι 30-40 χρόνια. Το είδος αυτό έχει καλλιεργηθεί βόρεια ως τη Δυτική Σκωτία, αλλά υπό τέτοιες συνθήκες δεν παράγει καρπούς κάθε χρόνο καθώς χειμερινές θερμοκρασίες κάτω από -9 °C νεκρώνουν τους ανθοφόρους οφθαλμούς.

Γενικά, η ελάχιστη θερμοκρασία που αντέχει το φυτό είναι -11 °C και η ελάχιστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη των ριζών είναι 8 °C. Θερινές θερμοκρασίες άνω των 32 °C μπορεί επίσης να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για το σύνολο των καρπών. Η φεϊζόα είναι μερικώς ανεκτική στην ξηρασία και στα αλατούχα εδάφη, αλλά για εμπορική παραγωγή καρπών απαιτείται κανονικό πότισμα και μη αλκαλικά εδάφη. Καλλιεργείται σε ποικιλία εδαφών, από αμμώδη έως πηλώδη και αργιλώδη, αρκεί να υπάρχει καλή στράγγιση. Ορισμένες ποικιλίες είναι αυτογόνιμες, όμως οι περισσότερες απαιτούν την ύπαρξη επικονιαστών (μέλισσες ή μικρού μεγέθους πτηνά). Για την περιοχή της Κρήτης, η περίοδος ανθοφορίας ξεκινά Μάιο - Ιούνιο και τον Οκτώβριο ολοκληρώνεται η παραγωγή. Το κάθε δέντρο παράγει έως 20 κιλά καρπών. Η φεϊζόα είναι εύκολη στην καλλιέργεια και δεν παρουσιάζει σημαντικές ιδιαιτερότητες. Η συγκομιδή γίνεται με το χέρι ή με δίχτυα που απλώνονται στο έδαφος.

Feijoa closeup open

Θρεπτικά συστατικά

Ο καρπός της φεϊζόα σε ξηρά ουσία ποικίλλει από χώρα σε χώρα και μπορεί να φτάσει 12-23%, με οξύτητα 0,94-2,47%. Η περιεκτικότητα όσον αφορά τη βιταμίνη C είναι υψηλή, ενώ υπάρχουν και ποσότητες από βιταμίνες της ομάδας Β καθώς και άλλες βιταμίνες. Παρατηρούνται ποσότητες μεταλλικών στοιχείων και ηλεκτρολυτών, με σημαντικές όμως διαφορές μεταξύ των γενοτύπων. Υψηλές συγκεντρώσεις ιωδίου βρέθηκαν επίσης στους φρέσκους καρπούς του είδους Feijoa sellowiana (3 mg I/100 g), ποσότητα που μπορεί να καλύψει τις καθημερινές ανάγκες ιωδίου για έναν ενήλικα. Επιπλέον περιέχει φυτικές ίνες, οι οποίες μαζί με τις κατεχίνες και τις πηκτίνες βοηθούν στη ρύθμιση του μεταβολισμού και την καταπολέμηση των εντερικών διαταραχών. Τέλος, στη σάρκα περιέχεται ποσότητα πηκτίνης, η οποία προκαλεί καλύτερη στερεοποίηση κατά την παραγωγή μαρμελάδας. Οι καρποί και τα φύλλα της F. sellowiana περιέχουν πολλά πτητικά συστατικά, τα οποία είναι υπεύθυνα για τον ισχυρό χαρακτήρα του καρπού, φλαβονοειδή, τανίνες, τερπένια και στεροειδείς σαπωνίνες. Το έντονο χαρακτηριστικό άρωμα της φεϊζόα σχετίζεται με αυτές τις πτητικές ενώσεις, όπως επίσης και με κάποια άλατα. Στις καλλιέργειες υποτροπικών περιοχών παρατηρείται αυξημένη ποσότητα καροτενοειδών.

Βιοδραστικά στοιχεία

Οι δραστικές ουσίες που περιέχει η φεϊζόα μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη διατροφή, καθώς οι ποσότητες θρεπτικών συστατικών παρουσιάζουν ευεργετικές επιδράσεις σε διάφορες ασθένειες, ιδιαίτερα εκείνες που προκαλούνται από οξειδωτικές διεργασίες και καταλήγουν σε κυτταρική βλάβη. Γενικά η φεϊζόα έχει αντι-καρκινικές, αντι-φλεγμονώδεις, αντι-ιικές, αντιμικροβιακές, ηπατοπροστατευτικές, αντι-οστεοπόρωσης, αντιοξειδωτικές και ανοσορρυθμιστικές ιδιότητες. Οι φαινολικοί μεταβολίτες που περιέχει, όπως τα φλαβονοειδή και οι ταννίνες, επιταχύνουν τον τερματισμό με τη σύλληψη των ελεύθερων ριζών και προστατεύουν την κυτταρική μεμβράνη στον οργανισμό. Επίσης, κλασματικά εκχυλίσματα φλοιού μελετήθηκαν για κυτταροτοξική δραστηριότητα, δραστικότητα ιού κατά της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV) και αντιβακτηριακή δραστηριότητα. Τέλος, τα αιθέρια έλαια του καρπού έχουν έντονο αντιβακτηριακό και αντιμυκητιασικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν στοιχεία πως η φεϊζόα είχε χρησιμοποιηθεί για την προληπτική θεραπεία της γαστρίτιδας και του έλκους, και πως χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά στην Τουρκία ως μέσο θεραπείας για την αντιμετώπιση της βρογχίτιδας.

Οικονομικό ενδιαφέρον

Η φεϊζόα καλλιεργείται σε πολλές χώρες του κόσμου, όπως στη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία και τη Βραζιλία και είναι αρκετά δημοφιλής τόσο για νωπή κατανάλωση όσο και ως μεταποιημένο προϊόν για κρασιά, ζελέ, μαρμελάδες, γλυκά και άλλα προϊόντα. Η καλλιέργειά της έχει αυξηθεί σε εύκρατα μέρη των ΗΠΑ, Ιταλία, Κίνα και Τουρκία λόγω των υψηλών δυνατοτήτων σε πωλήσεις, καθώς επίσης και για τις ιδιότητες που έχει. Επίσης, επιλέγεται ως φυτό αρχιτεκτονικής τοπίου στο Τέξας, τη Φλόριντα και την Καλιφόρνια. Στην Ελλάδα ως καλλιέργεια τα πρώτα βήματα εγκατάστασης έχουν γίνει και στην περιοχή της Ημαθίας.

Συμπεράσματα

Η αυξανόμενη γνώση των καταναλωτών σχετικά με τη σχέση διατροφής και καλής υγείας ή πρόληψης ασθενειών, αυξάνει τις ευκαιρίες για νέα τρόφιμα ενισχυμένα με βιοδραστικές ουσίες. Για τον λόγο αυτό παρατηρείται αύξηση σε παγκόσμιο επίπεδο του ενδιαφέροντος για καρπούς που συμβάλλουν σε μια υγιεινή διατροφή, η οποία ενισχύεται με μοναδικές και ιδιαίτερα αρωματικές γεύσεις. Τον συνδυασμό αυτό ικανοποιούν το λίτσι και η φεϊζόα και ως αποτέλεσμα η παραγωγή τους έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια λόγω των ελκυστικών ιδιοτήτων τους και επειδή αποτελούν καλή πηγή βιταμινών και βιοδραστικών ενώσεων. Παράλληλα, δημιουργούνται νέες ευκαιρίες για παραγωγούς που βρίσκονται σε κατάλληλες κλιματικές περιοχές, για εναλλακτικές καλλιέργειες που μπορούν να αποτελέσουν ενισχυτικό εισόδημα στον πρωτογενή τομέα. Είδη χωρίς ιδιαίτερες καλλιεργητικές απαιτήσεις, όπως το λίτσι και η φεϊζόα αποτελούν ένα πρώτο βήμα για τους παραγωγούς, που καλούνται να συνδυάσουν τις παραδοσιακές καλλιέργειες με νέες, ανοίγοντας καινούρια μονοπάτια στον αγροτικό τομέα.

 

Δρ Θηρεσία-Τερέζα Τζατζάνη, Ερευνήτρια Δ΄ Ινστιτούτο Ελιάς Υποτροπικών Φυτών & Αμπέλου Μαργαρίτα Τρικουνάκη, Φοιτήτρια Γεωπονικού Τμήματος ΑΠΘ 


Εκτύπωση   Email